Μιχάλης Κάσιαλος: Όλη η οικογένεια στο χωράφι |
Το αγροτικό ζήτημα ήταν ένα από τα πολλά θέματα-πληγές που είχε να αντιμετωπίσει το νεοσύστατο ελληνικό κράτος στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα. Η ελπίδα για κοινωνική δικαιοσύνη ως προς το ζήτημα των εθνικών γαιών μεταφραζόταν για μεν τους ακτήμονες στο ότι αυτές πλέον θα περιέρχονταν στους ίδιους, για δεν τους παλαιούς οπλαρχηγούς ότι η γη θα τους δινόταν ως ανταμοιβή για τη συμμετοχή τους στην απελευθέρωση. Και από την άλλη, οι ήδη μεγαλοϊδιοκτήτες είχαν απλώσει λαίμαργα τα χέρια τους πάνω σε κομμάτια γης με το που είχαν εκδιωχθεί από αυτά οι Οθωμανοί. Πολλοί βέβαια με το πρόσχημα της χρησικτησίας είτε με θρασύτατη καταπάτηση οικειοποιήθηκαν καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Γεγονός είναι ότι το νεοσύστατο κράτος κατά τα νηπιακά του βήματα κρατάει ως εθνική περιουσία τη γη μη θέλοντας να πάει ούτε με το μέρος των ακτημόνων ούτε και των ήδη μεγάλων ιδιοκτητών. Ένα ταξικό μίσος έχει ήδη πατήσει σε γερά θεμέλια. Πολλοί ακτήμονες βρίσκονται να έχουν γίνει "ενοικιαστές γης" και να πληρώνουν στο κράτος φόρους μεγαλύτερους και από την εποχή του τουρκικού ζυγού (μια και στην παλιά και διατηρούμενη δεκάτη έρχεται να προστεθεί και ένα δεκαπέντε τοις εκατό επί του ακαθαρίστου προϊόντος ως ενοίκιο προς το Κράτος). Οι αγροτικοί κλήροι στην πλειονότητά τους δουλεύονται από την οικογένεια, δηλαδή τα λίγα και μισερά εργατικά χέρια, χωρίς δυνατότητες βελτίωσης του καλλιεργείν , χωρίς τεχνογνωσία, συνεπώς με πενιχρά αποτελέσματα. Ας σημειωθεί ότι οι άκληροι γεωργοί κατά το έτος 1838 αποτελούν το 42, 4% του οικονομικά ενεργού αντρικού πληθυσμού και ότι οι εθνική γη ενώ στη Ρούμελη κάλυπτε το 80,7%, στα νησιά κάλυπτε μόνο το 11,7% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει ο Frederick Strong.
Στο μυθιστόρημά μου "Αραμπέλα/τα όρια της πίστης" ένας βασικός ιστός της μυθιστορίας είναι οι ακτήμονες σε ένα νησί των Κυκλάδων, στα χρόνια της βασιλείας του Όθωνα. Η κατάσταση που επικρατεί εκεί παρουσιάζει και μια ιδιαιτερότητα. Ο ακτήμονας καλλιεργητής δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την κρατική αδιαφορία αλλά και τους καθολικούς ευγενείς, απογόνους των παλιών φεουδαρχών, που εκπροσωπούνται από τον Στέφανο Καστίγιο. Η διαφορά στο θρήσκευμα αλλά και στην κοινωνική τάξη πυροδοτεί ακόμη μεγαλύτερο μίσος. Οι ντόπιοι δεν έχουν τίποτα να περιμένουν τη στιγμή που οι εκτάσεις προς καλλιέργεια δεν ανήκουν καν στο κράτος. Ζητάνε δικαιοσύνη και όταν εμφανίζεται στο νησί τους ο Βάγης, όλοι θα τον χρίσουν αυτόματα ως αρχηγό τους, παρότι είναι ξενοτοπίτης. Ο Βάγης γεμάτος επαναστατικές ιδέες προσπαθεί να αφυπνίσει τους ντόπιους.
Παραθέτω ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα, όπου την Τυρινή Κυριακή του 1862 ο Βάγης και η παρέα του, ντυμένοι ως Κουδουνάτοι, κάνουν την εμφάνισή τους στο μοναστήρι της Καλής Καρδιάς όπου έχουν μαζευτεί και γευματίζουν οι καθολικοί ευγενείς:
«Ο Καστίγιο σας προσκαλεί στο
μοναστήρι» ανακοίνωσε μεγαλόθυμα ο νοτάριος και παραμέρισε για να περάσει το
βρωμερό τσούρμο.
Ο Βάγης δεν περίμενε μια τέτοια
πρόσκληση. Όταν ξεκίνησαν από το χωριό, σκοπός του ήταν να προκαλέσουν όσο
περισσότερο σαματά μπορούσαν και να χαλάσουν τη διασκέδαση αυτών που τους
κάθονταν στο σβέρκο. Οι σύντροφοί του δεν είχαν το θάρρος για τίποτα παραπάνω,
ευχαριστημένοι με τα ψίχουλα που τους πετούσε όχι η συμπόνια, αλλά η
εκμετάλλευση. Δεν γνώριζαν τη δύναμή τους, δεν ήξεραν τι μπορούσαν να πετύχουν
αν ήταν ενωμένοι. Κοίταξε πίσω του και τους είδε μαζεμένους, ένα αλλόκοτο σώμα,
μασκαράδες πραγματικά για γέλια.
«Εμπρός!» τους φώναξε. «Ο άρχοντας μας
προσκαλεί, μην τον κάνουμε να περιμένει!»
Ο νοτάριος του έριξε ένα περιφρονητικό
βλέμμα κι έπιασε να ανεβαίνει τα φαρδιά μαρμάρινα σκαλιά.
«Και οι υπόλοιποι;» τον ρώτησε ο Βάγης
ακολουθώντας τον.
«Θα τους μοιράσουν ψωμί και παστό.
Είναι γιορτή σήμερα, ο άρχοντας κερνάει όλο τον κόσμο για τον μελλοντικό του διάδοχο»
συμπλήρωσε ο Σίγκλης συνεχίζοντας να ανεβαίνει τη σκάλα.
«Ανάθεμα!» μουρμούρισε ο Βάγης μέσα
από τα δόντια του.
Είχε πάντα την ελπίδα ότι ο Καστίγιο
θα πέθαινε άκληρος και μαζί με το όνομά του θα γκρεμιζόταν και ο τελευταίος
στυλοβάτης της παλιάς φεουδαρχίας. Η κυβέρνηση, όσο υπήρχαν ισχυροί καθολικοί
σαν του λόγου του, δεν ήταν διατεθειμένη να τους πάρει ούτε έναν πήχη γης από
τα χέρια. Και το μόνο κοινό σημείο ανάμεσα στην εκκλησία του Πάπα και την
ορθόδοξη ήταν ότι επίσκοποι και μοναστήρια εκμεταλλεύονταν την ανάγκη του λαού.
Αν θέλετε να διαβάσετε το μυθιστόρημα, μπορείτε να το κατεβάσετε δωρεάν σε μορφή pdf ή σε μορφή epub