Τρίτη 2 Αυγούστου 2016

Κι ήτανε μήνας Αύγουστος


Oliver Clare: still life with grapes
Ο Βάγης κοίταξε την πλαγιά και κούνησε με πίκρα το κεφάλι. Τα αμπέλια ήταν φορτωμένα, όμοια με ετοιμόγεννες γυναίκες. Ο Αύγουστος έφθανε στο τέλος του και οι καρποί γυάλιζαν με τη σάρκα τεντωμένη, στα όριά τους πια, έτοιμοι για διαγούμισμα. Ποιος νοιαζόταν όμως να ασχοληθεί; Το χωριό σαν να είχε καταληφθεί από θρησκευτική παράκρουση βρισκόταν στο πόδι ακολουθώντας τις οδηγίες του Δόκιμου και τα θεϊκά οράματα της Γιουλής. Σχεδόν όλοι είχαν παρατήσει κάθε άλλη ασχολία και είχαν πάρει κασμάδες και φτυάρια στα χέρια τους ψάχνοντας να φέρουν στο φως μια εικόνα της Παναγίας θαμμένη κάτω από τη γη από την εποχή των εικονομαχιών. Οι άκαρπες μέχρι στιγμής προσπάθειες δεν είχαν απελπίσει στο ελάχιστο τους σκαφτιάδες, καθώς ο Δόκιμος με καθημερινούς πύρινους λόγους καλούσε τους χωρικούς να προσεύχονται, να νηστεύουν και να σκάβουν με περισσότερο ζήλο.
«Θαυμαστά τα έργα του Κυρίου!» Η μειλίχια φωνή του παπα-Γιώργη ξάφνιασε τον Βάγη. Ο ιερέας του χωριού σκούπισε τον ιδρώτα από το μέτωπό του και χαμογέλασε με καλοσύνη δείχνοντας με το χέρι τα αμπέλια.
«Τα έργα της φύσης είναι άξια θαυμασμού, όσο γι’ αυτά του Κυρίου πραγματικά δεν ξέρω» απάντησε νευρικά ο Βάγης. «Δεν τα βάζω με τον Θεό, με αυτούς εκεί τα έχω!» συμπλήρωσε απολογητικά και έδειξε κατά το χωριό της Βέργας. Ο παπα-Γιώργης τού ήταν συμπαθής, είχαν μιλήσει πολλές φορές για τη θρησκεία, και ο ιερωμένος είχε προσφέρει αμέριστα γαλήνη στην ταραγμένη του ψυχή.
«Και αυτοί παιδιά του Θεού είναι, έστω κι αν σφάλλουν!» είπε εκείνος.


Απόσπασμα από το μυθιστόρημά μου "Αραμπέλα/τα όρια της πίστης".Αν θέλετε να διαβάσετε το μυθιστόρημα, μπορείτε να το κατεβάσετε δωρεάν σε ψηφιακή μορφή πατώντας εδώ

Δημήτρης Νίκου: Οδοιπόρος

  Σαν άλλος Άτλαντας σηκώνεις το βάρος του κόσμου στους ώμους σου. Η δική σου ύβρις είναι μία ακόμα αποστασία. Είσαι ένας από εμάς, όχι όμως...