Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2012

Γιάννης Κατσούλης: Ο χρόνος τα παίρνει όλα



Άραγε τι παίρνει μαζί του ο χρόνος και τι αφήνει σαν αντάλλαγμα σε εμάς; Αν αναλογιστούμε ότι η μέτρησή του αποτελεί επινόηση του ανθρώπινου μυαλού, τότε η πιο αντιπροσωπευτική εικόνα του είναι το ρολόι.
Ένα ρολόι αφημένο πάνω στα βράχια κι ένα στα βότσαλα μιας παραλίας συνθέτουν το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο της συλλογής διηγημάτων του Γιάννη Κατσούλη «Ο χρόνος τα παίρνει όλα» από τις Βορειοδυτικές εκδόσεις. Μου αρέσει πάντα να ανατρέχω σε μια σημειολογική ερμηνεία. Άραγε η επιλογή του τοπίου δείχνει τη φθορά και τη συνεχή εναλλαγή της ζωής; Από εκεί που περνάει ο χρόνος, τίποτα δε μένει ίδιο πέρα ίσως από  τον χρόνο σαν έννοια, σαν σύνολο στιγμών που έχουν περάσει στις σελίδες της προσωπικής μας ιστορίας.
Και ο συγγραφέας καταθέτει τη δική του άποψη για το παιχνίδι χρόνου, μνήμης, λησμοσύνης. Για το ξόδεμα των στιγμών της ζωής. Για την καλή ή κακή σχέση της ύλης (άνθρωπος) με το άπειρο (χρόνος).
Με μια βαθιά εσωτερική εστίαση και στρωτό απλό λόγο, ο Γιάννης Κατσούλης ανασυνθέτει τις ζωές των ηρώων του. Άλλοτε αυτή η εκ νέου δόμηση γίνεται με αφορμή μια βόλτα στην πόλη, το μεταίχμιο ανάμεσα στην παλιά και τη νέα χρονιά, μια αλλαγή στο βιολογικό ρυθμό ή μια είδηση στα τηλεοπτικά δελτία. Ή θα είναι η κάποτε ατυχής επιλογή του γνωστικού αντικειμένου η στιγμή που ο χρόνος θα παγώσει συναντώντας απλά τον έρωτα.
Μήπως το κρέμασμα ενός πορτρέτου στον τοίχο ορίζει το πέρασμα σε μία αλλαγή; Το περιβάλλον ενός νοσοκομείου σίγουρα είναι ο τόπος όπου όλα ξεκινούν και σταματούν χωρίς διακρίσεις. Στιγμές κλεμμένες από το χρόνο των άλλων για να σκορπίσουμε τη δική μας νεραϊδόσκονη. Στιγμές που τρέχουν μέσα στην ομίχλη του παραλίμνιου, εξαϋλώνοντας και υλοποιώντας.
Χρόνος που ξοδεύεται σε λάθος κοιτάγματα, ακόμη και σε μία λάθος επιλογή λουλουδιών. Κι όταν κλείνει μια κουρτίνα, η ζωή πετάει από ένα παράθυρο. Η στιγμή όπου η αθωότητα χάνεται αμετάκλητα καθορίζοντας απαρέγκλιτες συμπεριφορές. Πόσο αργά πυκνώνει το σκοτάδι εκεί που μόνο φαντάσματα χθεσινών αναχωρήσεων κατοικούν;
Δρόμοι χωρίς όνομα, εκφράσεις αλληγορίας σαν μία ακόμη μονάδα μέτρησης. Ίσως αυτό είναι και το νόημα της ανθρώπινης ζωής. Να μετράμε πάντα, να υπολογίζουμε, να κάνουμε απολογισμούς, να έχουμε το παρελθόν όπως το όρισε η χρονική υποκειμενικότητα αντικειμενικό σύμβουλο του μέλλοντος.
Αγαπημένα μου διηγήματα: «η σφήκα», «το γνωστικό αντικείμενο», «σιωπηλές σκέψεις μέσα στο χειμώνα», «τα κόκκινα τριαντάφυλλα», «κάποιος να κλείσει την κουρτίνα».
Ο χρόνος τα παίρνει όλα, και η ζωή πάντα συνεχίζεται σε υπάρξεις και σε μνήμες…

Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2012

Ελευθερία Δημητρομανωλάκη-Μιχάλης Σπέγγος: Μπάμπουσκα



Σε ποιον χαρίζεται η εξουσία και τι αντάλλαγμα ζητάει; Σαν ένας άλλος Μεφιστοφελής πουλάει ακριβά δίνοντας ελάχιστα. Κι αυτός που υπέκυψε στη σαγήνη της, μπαίνει στη λογική θύτη-θύματος, ανοίγοντας νέο κεφάλαιο στη θεωρία του συνδρόμου της Στοκχόλμης. Όλα είναι επαρκώς αιτιολογημένα και αποδεκτά για χάρη του σκοπού που βαπτίζεται στο όνομα της επιστημονικής έρευνας και μελέτης.
Και τι ρόλο παίζει σε όλα αυτά άραγε η υπόσχεση μιας επαγγελματικής ανέλιξης ή η εκπλήρωση σεξουαλικών επιθυμιών; Σε ποια άκρα θα φτάσουν την ανθρώπινη συνείδηση ο ανταγωνισμός και η προσπάθεια ανάδειξης του πρώτου μεταξύ φαινομενικά ίσων; Ποιος είναι αυτός που παίζει επικίνδυνα παιχνίδια ξεγυμνώνοντας το εγώ από κάθε ρούχο αξιοπρέπειας;
Το θεατρικό έργο Μπάμπουσκα της Ελευθερίας Δημητρομανωλάκη και του Μιχάλη Σπέγγου μιλάει για την εξουσία της επιθυμίας να εξουσιάσουμε.
Διαδραματίζεται κάπου στη μέση του πουθενά, εκεί που βρίσκεται το Πειραματικό Σωφρονιστικό Κατάστημα Υψίστης Ασφαλείας. Εκεί που γιατροί και ασθενείς φέρνουν στο νου τη ρήση «γαία πυρί μιχθήτω». Κι ένα πρόγραμμα που ασχολείται με την ανθρώπινη ψυχή. Τι ειρωνεία αλήθεια! Μα αυτή έχει ήδη γίνει αντικείμενο αγοραπωλησίας. Έχοντας κατά νου κάτι που ακόμη κι όσοι δεν παρακολούθησαν στην τηλεόραση, κάπου διάβασαν ή από κάπου πληροφορήθηκαν, σε αυτό το ίδρυμα παίζεται για «επιστημονικούς και ανθρωπιστικούς» λόγους ένα ιδιότυπο παιχνίδι παρακολούθησης τύπου «Μεγάλος Αδελφός». Είκοσι τέσσερις βαρυποινίτες κρατούμενοι παρακολουθούνται και κάθε εβδομάδα ένας από αυτούς -ο πιο ανυπάκουος- φεύγει από την ομάδα. Εκείνος που θα μείνει τελευταίος -ο πιο συνεργάσιμος ή ίσως ο πιο ελεγχόμενος;- κερδίζει το έπαθλο της μείωσης της ποινής.
Και κάπου σε αυτό το παιχνίδι μέσα στο παιχνίδι μπλέκονται τα πάθη και τα λάθη των ηρώων. Τέσσερις ψυχίατροι (δύο άντρες και δύο γυναίκες) και μία δημοσιογράφος.
Είναι διαφορετική η συμπεριφορά μας όταν γνωρίζουμε ότι μας παρακολουθούν; Τι είναι το φυσιολογικό; Πώς είναι σίγουρος κάποιος ότι οι αντιδράσεις του δεν είναι ελεγχόμενες, αλλά προϊόντα της δικής του ελεύθερης βούλησης; Πόσο μακριά μπορεί να πάει τον άνθρωπο το παιχνίδι της εξουσίας; Ο σκοπός είναι αυτός που αγιάζει τα μέσα; Είμαστε μήπως όλοι μας πειραματόζωα;
Σε μια καθαρά οργουελική ατμόσφαιρα ο αναγνώστης-θεατής αναρωτιέται με δέος ποιος ελέγχει ποιον και γιατί.
Το θεατρικό Μπάμπουσκα κυκλοφορεί από τις Βορειοδυτικές εκδόσεις σε έντυπη μορφή, αλλά μπορεί κανείς να το διαβάσει και σε μορφή εικονικού βιβλίου στο http://issuu.com/voreiodytikes/docs/babushka.


Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Ηρακλής Λαμπαδαρίου: Ο μαγικός σελιδοδείκτης



Ο Ιάσονας είναι ένα μικρό αγόρι που δεν αγαπάει ούτε το διάβασμα ούτε το σχολείο. Περιμένει πως και πως πότε το κουδούνι θα σημάνει την ώρα που θα τον απαλλάξει από όλη αυτή τη βαρετή κατάσταση.
Ώσπου μια ημέρα η δασκάλα ορίζει στην τάξη να δημιουργήσει μια χειροτεχνία που να έχει σχέση με το βιβλίο. Και τότε όλα αλλάζουν για τον Ιάσονα. Η μητέρα του προτείνει έναν σελιδοδείκτη κι αυτός αμέσως βάζει εμπρός τη δημιουργικότητα και τη φαντασία του φτιάχνοντας ένα μικρό τερατάκι που ευθύς δαγκώνει την άκρη ενός σχολικού βιβλίου. Και αμέσως μετά, γιατί να μη φτιάξει σελιδοδείκτες για τους συμμαθητές του και τη δασκάλα του; Η κατασκευή γίνεται μία πολύ όμορφη περιπέτεια. Δεν τελειώνει όμως εκεί η ιστορία. Γιατί ο Ιάσονας διστακτικά στην αρχή, αλλά με έναν αυξανόμενο ενθουσιασμό στη συνέχεια, ξεκινάει να διαβάζει βιβλία.
Μετά το «τάξη δημιουργική με φαντασία αρκετή», ο Ηρακλής Λαμπαδαρίου κάνει πράξη τα όσα μάς έχει μεταφέρει σαν θεωρία εκεί. Ο μαγικός σελιδοδείκτης είναι στην ουσία ένα μαγικό παραμύθι. Δείχνει πώς με απλά πράγματα ένα παιδί μπορεί να αγαπήσει κάτι που θεωρούσε απλά υποχρέωση και διεκπεραίωνε μηχανικά και ανόρεκτα. Και δεν αφορά μόνο τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού, αλλά και αυτήν του ίδιου του γονιού. Γιατί το να γίνεις σήμερα μητέρα και πατέρας δεν πρέπει να σημαίνει απλά τη διαιώνιση του είδους, αλλά την ανατροφή της νέας ζωής ώστε να γίνει υπεύθυνος πολίτης. Το παιδί έχει και όρεξη για μάθηση και αστείρευτη φαντασία. Δεν έχουμε λοιπόν παρά να του δώσουμε τα σωστά κίνητρα και να σταθούμε δίπλα του περιμένοντας την πυροδότηση και εξέλιξη αυτών των χαρισμάτων.
Το πολύ όμορφο κείμενο πλαισιώνει η ευφάνταστη και μοντέρνα εικονογράφηση από την Απολλώνια Παραμυθιώτη καθώς και μία σειρά δραστηριοτήτων με αφορμή το παραμύθι. Ο δημιουργός του μάς δείχνει και τον τρόπο να φτιάξουμε τους δικούς μας μαγικούς σελιδοδείκτες μέσα από απλά βήματα.
Τη μεγαλύτερη πρωτοτυπία όμως τη βρίσκω στο ότι το τέλος του παραμυθιού έχει τρεις εκδοχές: μία του δημιουργού του, μία της επιμελήτριάς του Κωνσταντίνας Χαρλαβάνη και μία της εικονογράφου του Απολλώνιας Παραμυθιώτη. Αυτό δείχνει για μία ακόμη φορά πόσο ελεύθερη είναι η σκέψη και η φαντασία όχι μόνο των μικρών αλλά και των ενηλίκων, στόχο εξάλλου και των Εκδόσεων Σαΐτα που απελευθέρωσαν στον αέρα του διαδικτύου τον Μαγικό Σελιδοδείκτη.
Και οι σύνδεσμοι για να κατεβάσετε δωρεάν το παραμύθι ή για να το διαβάσετε σαν εικονικό βιβλίο βρίσκονται στο http://www.saitapublications.gr/2012/12/ebook.15.html.

Τρίτη 11 Δεκεμβρίου 2012

Αυτή τη στιγμή ο εκδότης απουσιάζει


Γράφεις, δημιουργείς, ανοίγεις διάπλατα τα χέρια, βγάζεις φτερά και πετάς χωρίς σύνορα, χωρίς όρια. Κάποια στιγμή η δημιουργία ολοκληρώνεται κι έρχεται η ώρα της κρίσης…

Ποιο είναι αλήθεια το εύλογο χρονικό διάστημα για να αξιολογηθεί μια πρόταση προς έκδοση; Ένας μήνας, δύο, ένας χρόνος, ποτέ ίσως; Είναι το εύρος του χρονικού περιθωρίου αντίστοιχο του επαγγελματισμού που διέπει τον «υπό έρευνα» εκδοτικό οίκο;

Η πρακτική σήμερα είναι η αξιολόγηση ενός χειρογράφου μέσα σε τρεις μήνες. Πέραν τούτου, αν η απάντηση αναμένεται ακόμη, τι να υποθέσει κανείς; Φόρτο εργασίας, έλλειψη οργάνωσης ή έλλειψη ενδιαφέροντος; Όσο σωρευτικά ή διαζευκτικά κι αν το δούμε, ο συγγραφέας σίγουρα το κοιτάζει με άλλο μάτι.

Εκφράζοντας προσωπική άποψη, θεωρώ ότι η οποιαδήποτε απάντηση είναι θέμα σεβασμού. Σε αυτή τη μακριά εκδοτική αλυσίδα, ο συγγραφέας είναι ο πρώτος και απαραίτητος κρίκος. Το έργο του, όσο λογοτεχνικό ή μη και αν κριθεί τελικά, είναι το αποτέλεσμα πνευματικής προσπάθειας και ψυχικού ξοδέματος. Μία απάντηση λοιπόν, είτε θετική είτε αρνητική, τη δικαιούται. Φυσικά και είναι γνωστό τοις πάσι ότι όλοι γράφουν, ότι τα χειρόγραφα συνωστίζονται καταλαμβάνοντας δυσθεώρητα ύψη στα γραφεία των εκδοτικών οίκων. «Δε φτάνουν οι ώρες της ημέρας!» παραπονιούνται οι υπεύθυνοι των αντίστοιχων τμημάτων. Λογικό, σε μια εποχή που τα πάντα τρέχουν και πιέζουν, να αφυκτιούμε από το βάρος πολλαπλών υποχρεώσεων.

Μια θετική απάντηση είναι το θαύμα. Μια αρνητική απάντηση δε σημαίνει απαραίτητα απόρριψη της αξίας του έργου. Η εκκρεμής απάντηση όμως μεταφράζεται από το συγγραφέα στο ότι ο εκδοτικός οίκος δεν μπήκε καν στον κόπο να κοιτάξει το έργο του. Ή πάλι πως το χειρόγραφο διαβάστηκε αλλά η αναποφασιστικότητα ή η αδιαφορία ή το πήξιμο γενικώς κάνουν απαγορευτική οποιαδήποτε απάντηση. Όπως επίσης αφήνει ένα «στίγμα» που κλονίζει την εμπιστοσύνη της διμερούς σχέσης.

Η δυνατότητα που προσφέρει το διαδίκτυο σήμερα στο να εκφράσει κάθε πικραμένος τον πόνο του, δίνει και διέξοδο στο θυμό του συγγραφέα με τη «μείωση» της επιφάνειας του εκδοτικού οίκου πάντα μέσα στα νόμιμα πλαίσια. Είναι πολλοί αυτοί που χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικό λόγο για να δώσουν δείγματα της παγιωμένης πια συμπεριφοράς στον εκδοτικό χώρο. Το άκρον άωτον είναι το να περιμένει κανείς επί ματαίω εκείνο το περιβόητο ναι ή όχι και αντί για αυτό, να βλέπει στο ηλεκτρονικό του ταχυδρομείο μηνύματα που τον καλούν να ενημερώνεται για την εκδοτική δραστηριότητα, να γραφεί συνδρομητής στα περιοδικά του τάδε ή να τυγχάνει μόνο αυτός, ως ευτυχής θνητός, του δώρου των εκπτώσεων και των τιμών του δείνα οίκου.

Κι από την άλλη, γνωρίζουμε καλά σε ποια εποχή ζούμε. Η οικονομική κρίση δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστες τις εκδόσεις. Αυτό δε σημαίνει βέβαια πως κάθε δραστηριότητα παύει, αλλά σίγουρα και η εκδοτική επιχείρηση προσπαθεί να εξασφαλίσει τα νώτα της. Εν προκειμένω, ένα γνωστό όνομα είναι σίγουρη επένδυση. Ο άγνωστος, ειδικά στις μέρες μας, επιλέγεται να παραμείνει άγνωστος ή έστω στις εκκρεμότητες.

Η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία όμως, και η ελπίδα του δημιουργού σίγουρα κατακτά το θώκο της αθανασίας. Γι’ αυτό μείνετε συντονισμένοι ή αναμείνατε στο ακουστικό σας…

Τετάρτη 5 Δεκεμβρίου 2012

Νίκος Φαρούπος: Οι ιχνηλάτες του σκότους



Επτά ιστορίες που ανήκουν στη σφαίρα του φανταστικού, επτά πορείες της μνήμης μέσα στο χρόνο. Η αρχαιότητα, σταθερό σημείο αναφοράς, η σύνδεση του παλιού με το σημερινό, τα κανάλια επικοινωνίας τους ή πύλες μέσα από μια πολυδιάστατη γραφή.
Ο Νίκος Φαρούπος γράφει με το μοναδικό του τρόπο. Αγαπημένη είναι για εμένα η γραφή του σε μεγάλη και μικρή φόρμα. Το οπλοστάσιό του ανεξάντλητο, οι γνώσεις και η μαεστρία του δίνουν κάθε φορά και κάτι διαφορετικό. Μύθοι, δοξασίες, παλιές λατρείες και παγανιστικές τελετουργίες μεταφέρονται στο σήμερα, φτιάχνοντας τον καμβά αυτής της συλλογής καθώς ο κάθε ήρωας μιλάει με το προσωπικό του ύφος. Μα είναι ο κάθε ήρωας ο ίδιος ο άνθρωπος που παλεύει να διακρίνει τη μοίρα του και το στίγμα του στον υπαρκτό κόσμο.
Μια γυναίκα στη θάλασσα: Μια διάσωση θα φέρει άραγε τη λύτρωση; Ναυαγοί του παρελθόντος και του παρόντος, ξεβρασμένοι σε μιαν ακτή, ξασπρισμένα κόκαλα, μια αέναη μεταμόρφωση κι ένας ήρωας που διαπράττει το σφάλμα της γυναίκας του Λωτ.
21 σκαλοπάτια λαξεμένα στο Κάβο Ντόρο και ποιος ριψοκίνδυνος τα ανεβοκατεβαίνει; Ακόμη και τα φαντάσματα έχουν ανάγκη το καλωσόρισμα. Κι αν είσαι εσύ που θα υποκύψεις ή παρασυρθείς από άγνοια, αψηφισιά ή αφέλεια, πρόσεξε ποιος θα σε αποθέσει ξανά σε στέρεο έδαφος. Το σκοτάδι έχει τους δικούς του θεούς.
Η τρύπα στο ηρώο οδηγεί τελικά στην άβυσσο; Ένα μικρό ύψωμα, κομμάτι στεριάς που τα ανθρώπινα χέρια τρομαγμένα δυναμιτίζουν στέλνοντάς το ξανά στα έγκατα της γης φράζοντας την διέξοδο στο Κακό.
Ο κυνηγός της ηδονής αρνείται να εγκαταλείψει παλιές συνήθειες και ένα νεκρό σώμα μέχρις ότου το ένστικτο γίνει μνήμη και ανάμνηση.
Το χειρόγραφο του μοναχού Ιωάννη μοιάζει αληθινό, είναι όμως; Πρόκειται για δημιούργημα νοσηρότητας ή για αναζήτηση ελέους; Σαν κρίκοι της ίδιας αλυσίδας οι ήρωές του οδηγούν ο ένας τον άλλον σε μία κάθοδο στον Άδη όπου κάθε φορά ένας διαφορετικός Ορφέας ψάχνει την ίδια Ευρυδίκη. Θα σπάσει κάποιος αυτή την αλυσίδα; Ποιος θα επιλέξει να μην είναι ο «εκλεκτός»;
Ο ιχνηλάτης του σκότους αναλώνεται και χάνεται μέσα στην ίδια του την αποστολή; Ποιος θα τολμήσει να περάσει τις πύλες του Άδη; Το Έρεβος μήπως δεν ελλοχεύει σε μία καταπακτή, αλλά στο ίδιο το μυαλό μας; Είναι η παράνοια της γνώσης ή μια τεχνητή παραίσθηση που φέρνουν την άλωση του νου και το πέρασμα στο «κάπου αλλού;»
Υπόθεση Πέτρινο κι εδώ θα σταθώ λίγο παραπάνω. Η αγαπημένη μου ιστορία και χάρηκα που αυτή ήταν η ταιριαστή αυλαία της συλλογής. Το τελευταίο διήγημα είναι η συμπύκνωση όλων των προηγούμενων και κάτι παραπάνω. Ο συναισθηματισμός και η συγκίνηση που προκαλεί ένας τοπικός θρύλος διατρέχει όλη τη ραχοκοκαλιά του διηγήματος. Δύο αστυνομικοί καλούνται να εξιχνιάσουν τις πολλαπλές δολοφονίες σε ένα απομονωμένο χωριό κάπου στον Όλυμπο. Η αστυνομική πλοκή συνδέεται με το μεταφυσικό, η λογική καλείται να βρει τις αποχρώσες ενδείξεις, να τις διαχωρίσει από ό,τι δε μπορεί να αποδεχτεί. Οι δύο αστυνομικοί δεμένοι ο καθένας με διαφορετικό τρόπο με την τραγωδία του χθες παίρνουν ξανά το δρόμο που βγάζει στον προσωπικό Γολγοθά τους. Η τελική επίλυση του μυστηρίου κατευνάζει την κοινή γνώμη, υπάρχει όμως κάποιος που να είναι αληθινά νικητής ή ηττημένος;
Η γραφή του Νίκου Φαρούπου είναι εθιστική με ένα δικό της μαγικό τρόπο. Για μένα ο συγγραφέας είναι ένας δεινός αφηγητής. Με μια γλώσσα απλή αλλά ταυτόχρονα ακριβείας. Δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με μία συλλογή διηγημάτων που εμπίπτουν στο χώρο του φανταστικού, αλλά και με μία απόπειρα αποκρυπτογράφησης της ανθρώπινης ανησυχίας. Το σκοτάδι, το έρεβος, τα τάρταρα και οι πύλες του Άδη πέρα από τη μυθολογική προέλευση και εξέλιξη στους αιώνες εμπεριέχουν την αλληγορία του κατακερματισμού και της επαναδημιουργίας της ανθρώπινης ύπαρξης, τη μάχη του φθαρτού με το άφθαρτο, του αποδεκτού με το παράλογο, παράνομο, παρακοινωνικό, τη μικρότητα της μονάδας υπό τη θέαση του σύμπαντος και των δικών του νόμων.
Οι ιχνηλάτες του σκότους μάς καλούν να βρούμε τις δικές μας διόδους, να διαβούμε τις Πύλες που ο καθένας μας κάπου αναζητεί.

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Ευρυδίκη Αμανατίδου: Το αεράκι και η καμινάδα

Τίτλος: Το αεράκι και η καμινάδα
ISBΝ: 978-618-80220-7-2
Συντελεστές
Εικονογράφηση-Εξώφυλλο: Απολλώνια Παραμυθιώτη 
Επιμέλεια-Διορθώσεις: Ηρακλής Λαμπαδαρίου
Σελιδοποίηση: Κωνσταντίνα Χαρλαβάνη 
Σύντομη περίληψη
Όλοι το περιμένουν αυτό το χαρούμενο, δροσιστικό αεράκι. Να τρέξει, να πετάξει, να φυσήξει. Κι αυτό βιάζεται πολύ. Τα όνειρα και τα ταξίδια το καλούν. Ώσπου…
Εκείνη έχει φορεσιά κόκκινη με περίεργα σχέδια και ένα μαύρο τριγωνικό καπέλο. Μια καμινάδα ξεχωριστή. Όμορφη αλλά φαντασμένη.
Συναντιούνται ή καλύτερα το αεράκι πέφτει επάνω της. Και τότε, όλα αλλάζουν.
Μια τρυφερή ιστορία για τη φιλία, την προσφορά, τον σεβασμό και την αγάπη. Αλλά και μια αλληγορία για το διαφορετικό και πόσο εύκολο είναι μία λέξη ή μία κίνηση να φέρει ένα χαμόγελο ή ένα δάκρυ…
Το συγκεκριμένο βιβλίο πετάει ελεύθερα στο Διαδίκτυο από τον Δεκέμβριο του 2012.
Κατεβάστε το βιβλίο σε μορφή .pdf (μέγεθος αρχείου: 5,97 MB)
ή διαβάστε το σε μορφή εικονικού βιβλίου εδώ

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2012

Φώτης Δούσος: Χίμαιρα



Μια συλλογή διηγημάτων μού θυμίζει πάντα μία γκαλερί όπου εκτίθενται έργα ενός ή διαφορετικών δημιουργών.
Η «Χίμαιρα» του Φώτη Δούσου μπαίνει σε διαφορετικό χώρο. Εκτίθεται σε πινακοθήκη. Τι θέλω να πω με αυτό; Κατά την άποψή μου, αυτή η δουλειά έχει ήδη κριθεί. Με την αποτύπωσή της από τον δημιουργό της και την απελευθέρωσή της σε ελεύθερη ψηφιακή μορφή από τις εκδόσεις Σαΐτα  δίνεται η δυνατότητα σε όλους εμάς τους αναγνώστες να γνωρίσουμε όχι μόνο μια εξαιρετική ικανότητα έκφρασης, αλλά και μία θεώρηση του παλιού και δεδομένου μέσα από νέα κανάλια.


Πολλά είναι τα διηγήματα που συνθέτουν τη συλλογή, άλλα πολύ μικρά, μόλις δύο γραμμές, και άλλα σε μια πιο κλασσική, για αυτό το είδος, έκταση. Διηγήματα και μικροδιηγήματα που θρυμματίζουν και ανασυνθέτουν τη φυσική εικόνα μέσα από το πρίσμα της αλληγορικής ευλυγισίας.
Ο συγγραφέας, αφήνοντάς τα στην κρίση μας, έχει δώσει κάποιους ορισμούς θεματικών: Ψευδοφυσική, ποστ φολκλορ, παραβολή μη θρησκευτικού περιεχομένου. Τι σημαίνουν άραγε αυτές οι κατηγοριοποιήσεις; Αυτό, ο δημιουργός το αφήνει να το ανακαλύψει ο αναγνώστης. Δε θα σταθώ στο να κολλήσω ετικέτες ούτε να αναλύσω το κατά πόσο αυτές οι «ταμπέλες» προσδιορίζουν τα διηγήματα. Εξάλλου οι κάθε μορφής κανόνες μού δημιουργούν πάντα μία ελαφριά δυσφορία. Θα περιοριστώ στο να πω πως συλλογές διηγημάτων έχω διαβάσει πολλές. Άλλες μου έκαναν εντύπωση, άλλες όχι. Η «Χίμαιρα» όχι μόνο με εντυπωσίασε, αλλά με έβαλε στη διαδικασία να αναλύσω με τη σειρά μου μπαίνοντας στη θέση του δημιουργού της, αλλά και μέσα από τη δική μου θεώρηση του ορατού και αόρατου κόσμου.
Έχοντας κατά νου την τριπλή απεικόνιση της Χίμαιρας ως συνδυασμό λιονταριού, κατσίκας και φιδιού ή δράκου, δε μπορώ παρά να οδηγηθώ στο ότι χιμαιρικά είναι τα όντα τα πλασμένα από ετερόκλητα στοιχεία. Υπάρχουν τέτοια όντα; Αν δούμε με τα μάτια της περιορισμένης ανθρώπινης λογικής, θα απαντήσουμε αρνητικά. Αν κοιτάξουμε όμως με πνεύμα αναλυτικό και με όπλο τη φαντασία, θα κατανοήσουμε πλήρως το χιμαιρικό. Αυτό που ονομάζουμε ανέφικτο, χρησιμοποιώντας συνήθως τη φράση «κυνηγάει χίμαιρες».
Ανέφικτο δεν υπάρχει, όταν κάθε τι μπορεί να ερμηνευτεί ποικιλότροπα, ξεφεύγοντας από στεγανά που περιορίζουν φαντασία, δημιουργία και εξέλιξη.
Θαύμασα πραγματικά την δεινότητα και τον τρόπο σκέψης του Φώτη Δούσου. Ρούφηξα τις μικρές και μεγάλες του ιστορίες και έφτασα στο τέλος τους, γνωρίζοντας ότι την ψηφιακή μου βιβλιοθήκη στολίζει ένα ακόμη πολύτιμο πετράδι.
Αγαπημένα μου το «Χρονικό απαγόρευσης ακραίων συναισθημάτων», «Έχασα τη σκιά μου», «Πολιορκία», «Αντιβιβλιοθήκη», «Ο Μίδας των γυαλιών», «Πυξίδα», «Μετεωρίτης», «Έκλειψη Ηλίου», «Ορυχείο» και τέλος, το αριστουργηματικό «Πηγάδι».
 Εδώ μπορείτε να πατήσετε  για δωρεάν κατέβασμα σε pdf είτε για ανάγνωση σαν εικονικό βιβλίο από το Issuu.

Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012

Θίοντορ Μπεντ: Φλόγα στα μάτια, στα πόδια φτερά

Καΐκια, μουλάρια κι ατέλειωτος ποδαρόδρομος κάτω από αντίξοες συνθήκες. Πάθος και πόθος για περιήγηση στη γη που γέννησε τον πολιτισμό. Έμπνευση και δημιουργία, σελίδες επί σελίδων, καταγραφή του παρόντος, συγκερασμός του παρελθόντος και παρακαταθήκη στο μέλλον.

Ο τόπος μας είναι μικρός και ταυτόχρονα απέραντος. Αυτή είναι και η μόνη εξήγηση που μπορεί να δώσει κανείς στην έλξη των ξένων περιηγητών να περπατήσουν τα ιερά χώματα αιώνες τώρα. Κι αν κάποτε η Μεγάλη Περιήγηση (Grand Tour) αποτελούσε το απαραίτητο συμπλήρωμα της εκπαίδευσης, κυρίως της βρετανικής αριστοκρατίας, είναι πολλοί αυτοί που επιλέγουν κυρίως τον 19ο αιώνα να επισκεφτούν την, λίγο μετά την Επανάσταση, νεόκοπη πλέον χώρα.

Θα σταθώ στον Θίοντορ Μπεντ που το ταξίδι του στο Αιγαίο απέδωσε πολύτιμους καρπούς με τη συγγραφή του έργου «Κυκλάδες ή η ζωή ανάμεσα στους νησιώτες», που εκδόθηκε το 1885, έπειτα από πολύμηνη επιτόπια μελέτη από τον ίδιον και τη σύζυγό του. Στα κείμενά του φαίνεται ξεκάθαρα τι είναι αυτό που τραβά τον μελετητή και μη.

Στον πρόλογό του ο ίδιος ο Μπεντ αναφέρει πως δεν ήταν μόνο το αρχαιολογικό ενδιαφέρον που τον οδήγησε σε αυτό του το ταξίδι, αλλά περισσότερο το γεγονός ότι βρήκε μια διατήρηση των ηθών και των εθίμων, μέσα στη ρωγμή του χρόνου. Η προσωπική επαφή και η φιλοξενία τον έκαναν να εκτιμήσει και να καταγράψει, βέβαια, πολύτιμα στοιχεία ενός λαού, που στα μάτια άλλων η κουλτούρα του φάνταζε μακράν της Ευρώπης.

Το εν λόγω συγγραφικό έργο θεωρώ πως είναι μία πηγή πολλαπλής απόλαυσης. Με ύφος γλαφυρό και έξοχες περιγραφές ο Μπεντ παρουσιάζει την πραγματική κατάσταση των Κυκλάδων σε μια εποχή που απέχει μόλις πενήντα χρόνια από τη δημιουργία της ανεξάρτητης Ελλάδας. Το χρονικό ξεκινάει με έναν τόνο ιλαρότητας καθώς ο πρώτος σταθμός του Μπεντ στη Σέριφο τού αποδεικνύει ότι οι σιωπηλοί βάτραχοι του Πλίνιου δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς που τον υποδέχονται κοάζοντας φλύαρα στο νησί, ακριβώς σαν τον φλύαρο καπετάνιο του. Ο ξένος παρατηρεί και καταγράφει την ανθρωπογεωγραφία των νησιών. Θα μας μιλήσει για τις εκκλησίες και τα παλιά κάστρα, τα παραδοσιακά επαγγέλματα, τους αρχαίους μύθους αλλά και τις δοξασίες για την καλλιέργεια της γης, τη γέννηση, τη βάφτιση, το γάμο και το θάνατο. Μαζί του θα γνωρίσουμε το μόχθο της σπογγαλιείας, της τέχνης του πηλού, το γνέσιμο του μαλλιού, την αγάπη για το χορό και το τραγούδι, τις προλήψεις και προκαταλήψεις, τη διαμάχη ανάμεσα στους Λατίνους ευγενείς και τους ντόπιους, τη θέση της Καθολικής και Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αλλά μαζί και μέσα σε όλα αυτά υπάρχει και η απλή φιγούρα του Έλληνα, είτε αυτός είναι ο δήμαρχος, ο εκάστοτε προύχοντας ή η γριά μαντεύτρα που προσφέρει ανακούφιση σε κάθε νόσο και βασκανία.

Με φτερά στα πόδια και τη φλόγα στα μάτια, δεν μπορούμε παρά να αναλογιστούμε πόσο μικρός είναι ο άνθρωπος μπροστά στη δημιουργία και τη συνέχειά της. Πόσα οφείλουμε σε όλους αυτούς που έκλεισαν τη σκόνη των βημάτων τους σε μια παρακαταθήκη πολύτιμων πληροφοριών, ώστε εμείς σήμερα να μπορούμε να ξεφυλλίσουμε την έντυπη και ψηφιακή πληθώρα των καταγραφών σαν μια υπαρκτή μηχανή του χρόνου.

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Ευρυδίκη Αμανατίδου: Ο ήλιος που έχασε το δρόμο του

«Και τι πειράζει που μου αρέσουν τα παιχνίδια και βαριέμαι να μάθω Γεωγραφία;». Αυτό έλεγε συνέχεια ο σκανταλιάρης ήλιος, ο Λάμπης.
Έλα όμως που ήρθε η ώρα να ανατέλλει και να φωτίζει, για να ξεκινήσει η μέρα των ανθρώπων.
Και τότε…
Τότε, τα βρήκε λίγο δύσκολα τα πράγματα. Χαρούμενος και με πολλή όρεξη ξεκίνησε, μα γρήγορα μπερδεύτηκε και λίγο μετά έχασε το δρόμο του.
Τι θα κάνουν οι άνθρωποι για να βοηθήσουν τον άτακτο μικρό;
Μια ιστορία για τη χρησιμότητα που έχει το κάθε τι και τη δύναμη της αλληλοβοήθειας.
Το συγκεκριμένο βιβλίο πετάει ελεύθερα στο Διαδίκτυο από τον Νοέμβριο του 2012.http://www.saitapublications.gr/2012/11/ebook.8.html.


Συντελεστές
Εικονογράφηση-Εξώφυλλο: Ευγενία Παπαϊωάννου
Επιμέλεια-Διορθώσεις: Ηρακλής Λαμπαδαρίου
Σελιδοποίηση: Κωνσταντίνα Χαρλαβάνη

Τετάρτη 21 Νοεμβρίου 2012

Το ψυχολογικό θρίλερ και οι "ιδιοτροπίες" της ανάγνωσής του

Θα σπείρουν ξοπίσω τους την κόλαση αναίμακτα. Θα σας κάνουν να φοβηθείτε μέχρι θανάτου, ενώ αυτό που αντικρίζετε είναι μια αγγελική μορφή ή απλά κάποιος σαν εσάς.

Το ψυχολογικό θρίλερ εστιάζει στους ανθρώπινους χαρακτήρες και στις διεργασίες της βούλησης και της νόησης. Στηρίζεται σε συγκρούσεις, εσωτερικές κατά βάση, όπου ο ήρωας προσπαθεί να επεξεργαστεί κάποιο παρελθοντικό συμβάν που είναι και ο γενεσιουργός λόγος της κατά απόκλιση συμπεριφοράς του. Η εξωτερίκευση αυτής της σύγκρουσης μπορεί να είναι μια απλή και επαναλαμβανόμενη σαν είδος τελετουργικού πράξη, μια απέχθεια ή δυσανεξία που με τον καιρό διογκώνεται, μία δυσλειτουργία που καταλήγει σε παράβαση ηθικών ή κοινωνικών κανόνων.

Η ένταση οφείλεται στο παιχνίδι του μυαλού είτε αυτό αφορά τον ήρωα και μόνο είτε τον ήρωα σε αλληλεπίδραση με τους ανταγωνιστές του. Η γραφή εστιάζει στον τρόπο σκέψης και στα κατάλοιπα του παρελθόντος. Το συναισθηματικό κενό, οι ανασφάλειες, τα τραυματικά βιώματα διαμορφώνουν τις κινήσεις του βασικού ήρωα που με τη σειρά τους οδηγούν σε αυτό που μοιάζει με ένα παιχνίδι ανάμεσα στη γάτα και το ποντίκι.

Σε μία συνέντευξή της στην εφημερίδα Telegraph μία από τις ιέρειες του είδους, η Βρετανή συγγραφέας Ruth Rendell εξομολογείται ότι επιχειρεί να κάνει τους αναγνώστες της να νιώσουν ένα είδος ελέους ή συμπόνιας για τους ψυχοπαθείς της.

Θα της δώσω απόλυτο δίκιο καθώς τουλάχιστον στα δικά της μυθιστορήματα που συγκαταλέγονται στα αγαπημένα μου, η έρευνα της ανθρώπινης ψυχοδυναμικής είναι ενδελεχής οδηγώντας τον αναγνώστη στο να αναγνωρίσει ότι ο ήρωας δε θα μπορούσε να ενεργήσει ή λειτουργήσει διαφορετικά.

Στην «τυφλή ετυμηγορία», εκδόσεις Ωκεανίδα, 1993, από την πρώτη σελίδα αναδεικνύεται η ιδιαιτερότητα του αναγνωστικού αυτού είδους που πολλοί δεν κατατάσσουν στη λογοτεχνία. Γιατί άραγε; Δεν είναι τέχνη του λόγου το να πλέκεις έναν εξαιρετικό ιστό και με οξυδερκή τρόπο να αναλύεις τα ταμπού και τον εθελοτυφλισμό σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο;

«Η παιδεία είναι ένας από τους ακρογωνιαίους λίθους του πολιτισμού. Ο αναλφάβητος είναι ανάπηρος. Και τα κοροϊδευτικά σχόλια που κάποτε απευθύνονταν στους δύσμορφους, τώρα στρέφονται, και ίσως πιο δίκαια, εναντίον των αγραμμάτων..»

Η ηρωίδα δολοφονεί την οικογένεια στο σπίτι της οποίας εργάζεται σαν οικιακή βοηθός, επειδή οι άνθρωποι αυτοί είναι μορφωμένοι και η ίδια αναλφάβητη. Σε όλη της τη ζωή, προσπαθεί να το κρύψει, παραπλανώντας τους άλλους. Αν ο ψυχικός της κόσμος ήταν ισορροπημένος, θα φρόντιζε να διορθώσει το μειονέκτημά της.

Ποιοι είναι αυτοί οι μυστηριώδεις μηχανισμοί που κρύβονται πίσω από τη μάσκα του ανθρώπου; Το ψυχολογικό θρίλερ είναι η τέχνη αυτής της αποκάλυψης, αλλά και η κατάδειξη της λεπτής ισορροπίας του καθημερινού βαδίσματός μας σε ένα τεντωμένο σκοινί. Η ένταση, ο φόβος, η αγωνία δημιουργούνται από καταστάσεις δωματίου. Ακόμη κι όταν το έγκλημα αποκαλυφθεί εξ αρχής, δε θα βρούμε σχεδόν κανένα από εκείνα τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το θρίλερ σαν γενική κατηγορία, δηλαδή τα εξωτερικά δεδομένα που επιτείνουν τον τρόμο. Η σωματική βία υποχωρεί για να δώσει τη θέση της στη καταναγκαστική, καθώς ψυχή και πνεύμα θεωρούνται αδέσμευτα κι ελεύθερα, οπότε τα παιχνίδια του μυαλού αποτελούν και τη μεγαλύτερη πρόκληση για τον συγγραφέα και τον αναγνώστη επίσης.

Δίψα για εξουσία, ερωτικό πάθος, οικονομικές απολαβές; Τα γνωστά κίνητρα είναι μόνο η επιφάνεια. Τραβήξτε την κουρτίνα και κρατείστε την ανάσα σας. Το σκοτάδι βρίσκεται ήδη μέσα σας…

Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2012

Ευρυδίκη Αμανατίδου: Η πολιτεία που δεν είχε Χριστούγεννα





Τίτλος: Η πολιτεία που δεν είχε Χριστούγεννα
   ISBΝ: 978-618-80220-6-5


Συντελεστές
Εικονογράφηση-Εξώφυλλο: Μαίρη Λαμπαδαρίου
Επιμέλεια-Διορθώσεις: Ηρακλής Λαμπαδαρίου
Σελιδοποίηση: Κωνσταντίνα Χαρλαβάνη 

Σύντομη περίληψη

Πώς είναι να ζεις σε μία γκρίζα και σιωπηλή πολιτεία;
Πώς γίνεται οι μόνες παιδικές φωνές που ακούγονται
να βγαίνουν μέσα από την οθόνη της τηλεόρασης;
Μουντά χρώματα, κουρασμένα βήματα.
Πού πήγαν τα Χριστούγεννα;
Ποιος θα τα φέρει πίσω;

Μια παρέα παιδιών αρνείται να δεχτεί το μέλλον που της έχουν ορίσει.
Ελάτε μαζί μας να γνωρίσετε τους τρομοκράτες των Χριστουγέννων.
Ελάτε να τραγουδήσουμε τα κάλαντα φορώντας κόκκινα κασκόλ, να κρεμάσουμε κάλτσες στο τζάκι, να φτιάξουμε τσουρέκια και χριστόψωμα, να στολίσουμε καραβάκια, να φέρουμε το φως στην Πολιτεία που δεν είχε τίποτα από όλα αυτά…

Το συγκεκριμένο βιβλίο πετάει ελεύθερα στο Διαδίκτυο από τον Νοέμβριο του 2012.



Κατεβάστε το βιβλίο σε μορφή .pdf (μέγεθος αρχείου: 16,62 MB)




Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2012

Ευρυδίκη Αμανατίδου: Πόσο παλιό είναι το χθες;



Νέο τεύχος, το 33ο στη σειρά για το Fresh magazine, το Ηρακλειώτικο περιοδικό που κυκλοφορεί σε όλη την Κρήτη. Ήταν μεγάλη μου χαρά και τιμή όταν μου ζητήθηκε να γράψω και σε αυτό το τεύχος ένα κείμενο. Από καιρό, πάλευα με κάτι που για αλλού το πήγαινα και αλλού ήθελε αυτό να πάει. Αλλά έτσι γίνεται με τις λέξεις. Τις κόβουμε και τις ράβουμε ανάλογα με το ρούχο που θέλουμε να φτιάξουμε κάθε φορά. Αυτό είναι το μικρό πεζό που προέκυψε σε ένα απόγευμα καθώς κοιτούσα μια γραμμή τρένου.

ΠΟΣΟ ΠΑΛΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΘΕΣ;

Οι σιδηροδρομικές γραμμές περνούσαν λίγα μέτρα πιο μακριά από το παλιό τους σπίτι.
Παιδί ακόμη η Μυρτώ, έβλεπε τα τρένα κι έπλαθε όνειρα μαζί με τα τακτικά δρομολόγια. Όσο όμως περνούσαν τα χρόνια, το σπίτι που άλλοτε τής φάνταζε πελώριο, έπαιρνε πλέον κλειστοφοβικές διαστάσεις. Η γειτονιά άλλαζε κι αυτή. Όλα γύρω δίνονταν αντιπαροχή, να φύγουν τα ισόγεια, οι δυο και τρείς όροφοι, να γίνουν μικροί ουρανοξύστες. Κι εκείνη διάβαζε για τις εισαγωγικές στο Πανεπιστήμιο
Τελευταία πήρε το δρόμο της αντιπαροχής η αλάνα των παιδικών της παιχνιδιών. Όσα δε συμφώνησαν οι αρχικοί ιδιοκτήτες, τα βρήκαν φαίνεται οι κληρονόμοι, αποφασίζοντας να αξιοποιήσουν το οικόπεδο. Άρχισε το σκάψιμο κι όλη μέρα το μόνο που άκουγε η Μυρτώ ήταν το βουητό των μηχανημάτων που κάλυπτε ακόμη και το θόρυβο των τακτικών συρμών. Έδινε εξετάσεις για το πτυχίο τότε κι ο θόρυβος ήταν σαν να σκόρπιζε τις λέξεις που προσπαθούσε να αφομοιώσει.
Να έφευγε, να έφευγε επιτέλους! Πνιγόταν κι είχε βαρεθεί τις νουθεσίες των γονιών της…
Έφυγε για μεταπτυχιακά κι έμεινε έξω. Πήρε θέση υφηγήτριας στο Πανεπιστήμιο. Οι γονείς της το είχαν παράπονο που την κράτησε ο ξένος τόπος. Εκείνη γύρισε πίσω μόνο για την κηδεία του πατέρα της. Η μητέρα της δε μπόρεσε να την μεταπείσει.
Προτού φύγει ξανά, το μόνο που πρόσεξε ήταν ότι η διπλανή αλάνα είχε μείνει στο σκάψιμο. Λίγο πριν μπουν στη γη τα πέδιλα της νέας οικοδομής, είχαν βγει στο φως τα αρχαία.
Κι άλλα χρόνια γκρίζου ουρανού, τεχνητού φωτός, κιτρινισμένων συγγραμμάτων. Τη μέρα που η Μυρτώ έκλεινε τα τριάντα οκτώ, την ειδοποίησαν ότι η μητέρα της είχε πεθάνει. Έτσι ξαφνικά, στον ύπνο της.
Ζήτησε άδεια κι έφυγε. Σαστισμένη. Μετρώντας το χρόνο. Μετρώντας τη μνήμη.
Πίσω στον τόπο της. Από το στενό μπαλκόνι του παλιού σπιτιού, κοιτούσε τα τρένα που ακόμη περνούσαν. Καθώς σκούπιζε τα δάκρυα της απώλειας, το βλέμμα της στράφηκε στο διπλανό οικόπεδο. Είχαν περιφράξει τα αρχαία σαν να υπήρχε φόβος να πετάξουν και να χαθούν.
Σκέφτηκε την καθημερινότητά της που είχε γίνει βαθύ πηγάδι. Το κίτρινο και το γκρίζο, μια χοάνη που την τραβούσε μέσα της.
Κατέβηκε στην παλιά αλάνα. Κοίταξε στοχαστικά πίσω από το συρματόπλεγμα. Σημάδια άνοιξης. Χορτάρι πρόβαλε ανάμεσα στα αρχαϊκά ερείπια.
Έστρεψε τα μάτια προς τα πάνω, στο σπίτι, το σπίτι της. Κι έγινε ξανά μικρή. Χάθηκε στις αναμνήσεις.
«Do you like Greece?» η φωνή την απέσπασε.
Τα μάτια της άφησαν τις αρχαίες πέτρες εστιάζοντας στον άνδρα, μια σύγχρονη εκδοχή του Κούρου.
«Πόσο παλιό είναι το χθες;» αναρωτήθηκε και για πρώτη φορά μετά από χρόνια, ένα αβίαστο χαμόγελο απλώθηκε στο πρόσωπό της.

Τετάρτη 7 Νοεμβρίου 2012

Ευάγγελος Τζάνος: Σύνεργα



Λόγια σύνεργα που χρησιμοποιούνται σαν εργαλεία έκφρασης και είκοσι διηγήματα περιέχονται στο ομότιτλο ελεύθερο ψηφιακό βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Σαΐτα.
Στέκομαι λίγο παραπάνω στο εξώφυλλο, δημιουργία του Νίκου Κυπραίου παρατηρώντας τα χρώματα και την απεικόνιση του προσώπου. Η έκφραση του ασυνείδητου μέσα από το τυχαίο και τον αυθορμητισμό και η δημιουργία εικόνων χωρίς την αναμενόμενη μεταξύ τους συνοχή χαρακτηρίζει το κίνημα του υπερρεαλισμού και κατά ένα μεγάλο μέρος είναι και το μοτίβο των διηγημάτων. Όπως όμως το εξώφυλλο παραπέμπει σε κάτι πιο οικείο και προσωπικό, έτσι και οι μικρές ή μεγάλες ιστορίες που συνθέτουν τον καμβά των λέξεων του συγγραφέα Ευάγγελου Τζάνου, άλλοτε με την αφαίρεση και άλλοτε άμεσα μάς οδηγούν εκεί που η πραγματικότητα διέψευσε το όνειρο της παιδικής ηλικίας. Χρωματισμένες με νότες μιας άλλης εποχής (η κονσόλα του ήχου, σβηστά κίτρινα πρόσωπα, καλλιτεχνικόν ομβρελλοποιείον, στην οδό Ευμολπιδών) μας πηγαίνουν ένα ταξίδι στο χρόνο κάπου πίσω σε παλιές γειτονιές όταν οι αυλόπορτες δεν κλείδωναν και οι άνθρωποι κάθονταν στα πεζοδρόμια ανανεώνοντας τις κοινωνικές τους σχέσεις, εκεί όπου τα παιδιά διαφέντευαν τα παιχνίδια τους, ευφάνταστοι στρατηγοί, πολεοδόμοι, γιατροί, πυροσβέστες ή απλοί οδηγοί. Σπρώχνουμε κι εμείς την πόρτα και ρίχνουμε μια κλεφτή ματιά στις ζωές των άλλων, του άλλοτε.
Είναι φορές όμως που αυτά που έχουμε μέσα μας δεν τα ομολογούμε κι αν συνηθίζεται αυτό το γνωστό «τίποτα δε μένει κρυφό κάτω από τον ήλιο», το πρόβλημα παραμένει ως «πώς αντιλαμβάνεται κανείς την πραγματικότητα». Εξαιρετικής δεξιοτεχνίας το διήγημα Κλοφέν και Αροκλόρ όπως και το Έξωθεν καλή μαρτυρία.
Συντομότατο το εναρκτήριο Βραδινό λεωφορείο Ι και όμως ο δημιουργός του κατορθώνει να χωρέσει όλη αυτή την παρακμή, τη λύπη, την διάψευση που η μίζερη ρουτίνα ενός δρομολογίου κουβαλάει σαν έναν ακόμη επιβάτη.
Αλληγορικό μέσα από τον τραγέλαφο των τεκταινομένων μέχρι την ευόδωση ενός προσκυνήματος στην Τήνο το όταν το πλοίο ταξίδευε.
Από τα αγαπημένα μου το άρα; όπου μέσα από έναν ακόμη τραγέλαφο με μεταστάντες και τις φιλονικίες γύρω από έναν τάφο, φτάνουμε να καταλήξουμε στο συμπέρασμα πως η ματαιότητα έρχεται να καλύψει ανούσιες αλλά και ουσιαστικές διαμάχες.
Είκοσι διηγήματα που το κάθε ένα με ξεχωριστό τρόπο και άλλα σύνεργα κάθε φορά έρχεται να επιβεβαιώσει το σύντομο ανθρώπινο πέρασμα από αυτό που αποκαλούμε ζωή, τη γέννηση του ονείρου, την διάψευσή του και την-όχι πάντα άκοπη- αποδοχή αυτής της αναίρεσης.
Μπορείτε να φορτώσετε τη συλλογή διηγημάτων στην ψηφιακή σας βιβλιοθήκη μέσω του συνδέσμου http://www.saitapublications.gr/2012/10/ebook.2.html 


Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2012

Δώρα Κασκάλη: Πέντε ζωές κι ένα μυθιστόρημα



Πέντε ζωές κι ένα μυθιστόρημα» ή η περιπέτεια ενός επίδοξου συγγραφέα, μιας ηρωίδας που ζει στην πολύπαθη καθημερινότητα και ενός χειρόγραφου που αναζητάει τον υποψήφιο εκδότη του. Τρία σε ένα λοιπόν και προτάσσοντας τις πέντε διαφορετικές γραφές, βρισκόμαστε ενώπιον μιας πρωτότυπης σε σύλληψη νουβέλας.
Τι σύνδεση έχει η ηρωίδα Χριστίνα με την αφηγήτρια; Και ποια είναι η σχέση της τελευταίας με τον -περιβαλλόμενο από το θολό νέφος της αβεβαιότητας- αποδέκτη του χειρογράφου της;
«Όλα ξεκίνησαν από την ανάγκη μου για ψυχική αποσυμπίεση». Αυτή είναι η εναρκτήρια πρόταση, η απάντηση που δίνουν όλοι εκείνοι τους οποίους η γραφή ταλανίζει αλλά και μαγεύει ταυτόχρονα. Γεννάται όμως το εξής ερώτημα: αυτή η ανάγκη σε τι δρόμους μπορεί να οδηγήσει τον γράφοντα; Γιατί αν υποθέσουμε πως το κείμενο είναι το μεταφερόμενο υλικό, μια καλή ερώτηση είναι: «σε ποιο σκαρί θα το βάλουμε για να κάνει το ταξίδι του;» Κι αν βρούμε την απάντηση σε αυτό, ποια είναι η πορεία που θα ακολουθήσει; Προορισμός του η Ιθάκη ή το νησί των Λαιστρυγόνων; Ή μήπως αυτό των Φαιάκων ή απλά και μόνο η επιτυχής διέλευση από το πέρασμα όπου ελλοχεύουν οι Σειρήνες;
Η Δώρα Κασκάλη επιχειρεί με μεγάλη επιτυχία κατά την προσωπική μου άποψη να καταγράψει αυτή την Οδύσσεια του συγγραφέα. Ντύνοντας το χειρόγραφό της με τον εμπιστευτικό, φιλικό ή εξομολογητικό τόνο και απευθύνοντάς το στον τελικό του παραλήπτη, τον εκδότη, στην ουσία ανοίγει ένα διάλογο με τον αναγνώστη. Πίσω από την εκάστοτε εκφορά του γραπτού λόγου κρύβεται ο προβληματισμός του ανθρώπου που προσπαθεί να επικοινωνήσει με μέσο του τις λέξεις.
Κι έτσι η αφηγήτρια «πειραματίζεται» με διαφορετικές γραφές και το αντίστοιχο ύφος. Ξεκινάμε την ανάγνωση με τα όνειρα της Χριστίνας και το γκρέμισμά τους σε ένα ανήλιαγο υπόγειο στα αζήτητα του Δημοσίου μέχρι την ηρωική παραίτησή της. Πρώτη γραφή η γυναικεία δίνοντας με έναν ιδιαίτερο τόνο τα προβλήματα μιας σύγχρονης εργαζόμενης. Στο τέλος η αφηγήτρια φοβάται ότι το κείμενο παραείναι αυτοβιογραφικό οπότε και περνάει στη δεύτερη γραφή, αυτή του ψυχολογικού θρίλερ. Ο λόγος πλέον σε πρώτο πρόσωπο, πιο κοφτός και αιχμηρός, εισχωρεί στα σκοτάδια της παλιάς της γειτονιάς και σε αυτά που έχουν ταριχεύσει την ψυχή της. Παράλληλα, η πλοκή εξελίσσεται και ο αναγνώστης βλέπει με άλλη ματιά πια τη ζωή της ηρωίδας. Στην τρίτη γραφή, αλλάζει ο τόπος, αλλάζει και το ύφος και να η εισαγωγή στην κλασσική αστυνομική περιπέτεια. Με τη διαλεύκανση της υπόθεσης, η γραφή θα περάσει στην αισθηματική/ερωτική αφήγηση μια και η εξέλιξη έχει φτάσει να την απαιτεί.
Το ροζ δεν είναι ένα χρώμα που ταιριάζει στο χειρόγραφό της τελικά, συμπεραίνει η αφηγήτρια, και πιάνει πλέον να υφάνει τον ιστό καταθέτοντας ατόφιο τον εαυτό της, ξεφεύγοντας από κλισέ, ύφη και τυπολογίες. Πού θα εντάξει τώρα αυτό το τελευταίο κομμάτι; Μήπως η κρίσιμη στιγμή όπου η ηρωίδα της καλείται να πάρει αυτό που λέμε «αποφάσεις ζωής» είναι και το κομβικό σημείο όπου η αφηγήτρια αναγνωρίζει ότι πλέον γράφει μέσα από και με την ψυχή της; Μήπως είναι αυτή η στιγμή της ωρίμανσης για την ηρωίδα, για την αφηγήτρια, για τον συγγραφέα, για τον άνθρωπο γενικότερα;
Μέσα από τις πέντε διαφορετικές γραφές, η Δώρα Κασκάλη δίνει ανάγλυφα την πάλη στο μυαλό ενός συγγραφέα και το βάρος που αναλαμβάνει αυτός όπως και τη βαρύτητα που δίνει στο δημιούργημά του.
Σταχυολογώ από τη σελίδα 15: «Αν έπαιρνα, λοιπόν, έναν άξιο εκπρόσωπο του κάθε είδους και ξεπατίκωνα τα βασικά συστατικά της συνταγής της επιτυχίας του, δεν θα είχα έναν αξιόπιστο σηματωρό στο μαινόμενο πέλαγος της δημιουργίας; Πιστεύω ότι κάτι τέτοιο θα ήταν μεν βολικό, αλλά τελικά θα με πρόδιδε η φκιασιδωμένη έκφραση που δεν θα μπορούσε να κρύψει την ασχήμια της με τ’ ακριβά καλλυντικά».
Και από τη σελίδα 79: «Τώρα πια είμαι περισσότερο σίγουρη από ποτέ ότι η διακονία της λογοτεχνίας πρέπει να γίνεται με σύνεση και με μικρούς στόχους. Καλά τα συνταγολόγια και οι προκάτ πλοκές, αλλά σε μια εποχή που όλα έχουν ειπωθεί, δεν ξεβρακωνόμαστε αμέσως στους αναγνώστες όσα ακριβά λιλιά κι αν φορέσουμε; Εγώ, προς ώρας, θα θέσω ως επόμενο στόχο την πέμπτη ζωή της ηρωίδας μου, κοιτάζοντας να την ιστορήσω με τρόπο που να είναι πιο κοντά στην ουσία της γλώσσας που μου έφτιαξαν τα λειψά μου διαβάσματα και η εγωίστρια μνήμη».
Πέντε ζωές κι ένα μυθιστόρημα, μια νουβέλα πάνω στην πορεία και την ωρίμανση μιας γυναίκας και ενός χειρογράφου.
Ένα ανοιχτό βιβλίο από την http://www.openbook.gr/. Ο σύνδεσμος για να το αποθηκεύσετε στην ψηφιακή σας βιβλιοθήκη είναι http://www.openbook.gr/2012/10/kaskali.html.

Πέμπτη 25 Οκτωβρίου 2012

Κώστας Γραμματικάκης: Τα αχαρακτήριστα


Στον πρόλογο, ο ίδιος δηλώνει «συγγραφέας δεν είμαι, μόνο δημοσιογράφος είμαι και πολύ μου πάει». Κι εγώ θα απαντήσω ότι συγγραφέας είναι αυτός που πονάει με και για τις λέξεις, που δεν τις προδίδει, που σκύβει το κεφάλι πάνω στο χαρτί (ή στο πληκτρολόγιο του υπολογιστή κατά το πιο σύγχρονο) για να ακούσει, να μυρίσει, να δει, να χαϊδέψει το νόημά τους. Κι όταν το κείμενό του ολοκληρωθεί, ο ίδιος να νιώσει μια ανακούφιση και μια ανάταση ψυχής. Να αισθανθεί κι ένα είδος περηφάνιας, γιατί έβαλε κι αυτός ένα λιθαράκι, προσφορά σε αυτόν τον κόσμο. Είμαι σίγουρη πως αυτά κάνει και νιώθει ο κύριος Γραμματικάκης. Κι αν δεν του αρέσει η λέξη συγγραφέας, ας με αφήσει να τον αποκαλώ εγώ έτσι κι εκείνος ας χρησιμοποιήσει κάτι περιφραστικό.
Καθώς διάβαζα αυτά τα ποικιλόμορφα (και θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ) κείμενα, η αίσθησή μου ήταν πως ακολουθούσα αυτόν τον περήφανο Κρητικό, παρακολουθούσα τις κινήσεις του κι ένιωσα ευλογία που μου επέτρεψε να γυρίσω όχι τον χρόνο πίσω, αλλά την ψυχή μου εκεί που πρέπει να βρίσκεται, καθώς ενίοτε (αδύναμοι όντες οι άνθρωποι και η γράφουσα το ίδιο) ξεφεύγει.
Ποικίλα και ποικιλόμορφα είναι τα κείμενα: αναμνήσεις, εικόνες της Κρήτης, της φύσης και των ανθρώπων της, συνομιλίες με την ιερή θάλασσα, αλλά και σκέψεις και απορίες πάνω στα καθημερινά. Τα περισσότερα εντάσσονται στην κατηγορία του χρονογραφήματος, αφού αυτό το τελευταίο δεν είναι παρά το είδος του λόγου όπου με τρόπο άλλοτε εύθυμο, άλλοτε σατιρικό, δίνεται μία αναπαράσταση των καθημερινών και των προβληματισμών που πηγάζουν από αυτά, ένας κοινωνικός σχολιασμός που προτρέπει ή καλεί σε διάλογο τον αναγνώστη, με τον δέοντα σεβασμό πάντα.
Ο λόγος του Κώστα Γραμματικάκη φέρνει μαζί του τις χάρες και τις ιδιοτροπίες της θάλασσας, τη μυρωδιά της φρεσκοπατημένης γης, την αγνή φιλία, τη νοσταλγία, το ολοκληρωτικό δόσιμο στον τόπο του αλλά και σε αυτό στο οποίο ο ίδιος τάχτηκε.
Κάπου ανάμεσα σε ψαρέματα, αλλοτινές βεγγέρες της Αποκριάς, όνειρα για ταξίδια μακρινά (κι ας είναι πολύ κοντινά τελικά), σκανταλιές και άγουρους έρωτες, πλακατζίκια, κονδυλοφόρους, ρακή με συνοδεία εκλεκτών ή ταπεινών μεζέδων, ο λόγος του γεφυρώνει το χθες με το σήμερα. Όλα τα συνταιριάζει με ένα ύφος δικό του, ξεχωριστό, που σε κάνει να θέλεις να διαβάσεις κι άλλη σελίδα και μία ακόμη μέχρι που φτάνεις στο τέλος χωρίς να το καταλάβεις. Έχεις παρασυρθεί κι έχεις πετάξει κι εσύ όπου πετάει η δική του η ψυχή.
Από το οπισθόφυλλο, μεταφέρω αυτές τις αγαπημένες μου γραμμές καθώς ο αφηγητής περιγράφει πώς βρίσκει σαν δώρο της θάλασσας μια γυάλινη φιάλη και το πολύτιμο περιεχόμενό της.
«Κρατώντας την ωσάν το Άγιο Δισκοπότηρο -θε μου συγχώρεσέ με- τη μετέφερα στην άμμο κι εκεί στη βλυχοπηγή άρχισα να την καθαρίζω. Ώρες πολλές! Μέχρι που όλη της η ομορφιά αναδύθηκε. Από ένα της μάγουλο ένα ανάγλυφο ελληνικό δελφίνι χαιρόταν κι από το άλλο μια χαρουπιά φούντωνε. –Η σημαία της Ελλάδας, ψέλλισα κι ήπια βλυχό νερό για να συνέλθω».
Τα αχαρακτήριστα, εκδόσεις Διήρης, 2007 ξεδιπλώνουν μπροστά στον αναγνώστη μια βεντάλια συναισθημάτων οδηγώντας εκεί όπου το λευκό, το χρυσαφί και το βαθύ γαλάζιο συμβολίζουν ένα μοναδικό τόπο.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Γουίλ Λάβεντερ: Κυριαρχία



Ο δολοφόνος ξαναγυρίζει στον τόπο του εγκλήματος;
Το προφανές δεν είναι αρκετό για την καθηγήτρια του Χάρβαρντ Άλεξ Σίπλι. Δεκαπέντε χρόνια πριν, κίνησε τις διαδικασίες για να αθωωθεί ο καθηγητής Λογοτεχνίας Ρίτσαρντ Άλντις. Ο τελευταίος είχε εκτίσει ήδη δώδεκα χρόνια φυλάκισης για δύο φόνους που δεν διέπραξε.
Πόσο σίγουρη μπορεί να είναι η Άλεξ όταν το μοτίβο των φόνων επαναλαμβάνεται; Δεκαπέντε χρόνια μετά την αθώωση του καθηγητή, κάποιος έχει βάλει στόχο του να εξαφανίσει όσους τότε συμμετείχαν σε ένα ιδιότυπο λογοτεχνικό μάθημα.
Εννέα άτομα, πέντε άνδρες, τέσσερις γυναίκες. Και αν ο ένας από αυτούς κρίθηκε ότι είχε κάθε λόγο να αυτοκτονήσει, το πώς και το γιατί των επόμενων θανάτων, δεν αφήνει άλλα περιθώρια. Ο κλοιός σφίγγει, κανένας δεν είναι αθώος, κάθε πρόσωπο που εμφανίζεται καθώς ο εφιάλτης εντείνεται, αυξάνει τις εικασίες.
Ένα θρίλερ με όλη τη σημασία του όρου. Πολλές στιγμές μου θύμισε την ασφυκτική ατμόσφαιρα που δημιουργεί η Άγκαθα Κρίστι. Διαβάζοντας, είχα την εντύπωση ότι όλο και περισσότερα σύννεφα μαζεύονταν στον ουρανό -κι ας ήταν η μέρα ηλιόλουστη- κι ότι ο αέρας λιγόστευε δυσκολεύοντας την αναπνοή.
Ο συγγραφέας με την Κυριαρχία του κυριαρχεί στην κυριολεξία. Έξυπνα στημένη η πλοκή του, δεν αφήνει τον αναγνώστη στιγμή σε ησυχία, καθώς ανά δύο ή τρία κεφάλαια, τον κατευθύνει από το χθες στο σήμερα και πάλι πίσω. Τελειώνεις μια ενότητα κι αναρωτιέσαι: «Μα τι γίνεται; Θα μας τρελάνει; Ποιος είναι ο δολοφόνος;»
Η συγκεκριμένη απάντηση βέβαια ενδιαφέρει τον αναγνώστη που θα το διαβάσει απλά σαν ένα αστυνομικό θρίλερ. Αυτό όμως είναι μόνο η επιφάνεια, γιατί όλη η δομή και η εξέλιξη του μύθου, ακόμη κι ο τίτλος του μυθιστορήματος, στοχεύουν να μας παρασύρουν στο παιχνίδι μέσα στο παιχνίδι. Το πώς μπορεί να εξουσιάσει κανείς με μια μορφή ψυχολογικής βίας η οποία όμως παρουσιάζεται με το ένδυμα της λογοτεχνικής αυθεντίας. Και αυτή η τελευταία πάλι φαίνεται να καταλήγει στην πρωτιά και κυριαρχία, γυρίζοντάς μας στην αρχή του κύκλου για να εκτελέσουμε αυτή τη φορά την αντίστροφη πορεία.
Ποια είναι αλήθεια η Διαδικασία; Πότε το παιχνίδι αρχίζει να γίνεται επικίνδυνο; Ή μήπως είχε ξεφύγει από την αρχή, από την πρώτη στιγμή που κάποιος αποφάσισε να ασχοληθεί εξονυχιστικά με ένα συγγραφέα φάντασμα;
Στο μυθιστόρημα, επί δεκαετίες οι λογοτεχνικοί κύκλοι προσπαθούν να ρίξουν φως στο μυστήριο του Πολ Φάλοουζ. Σύντομα, η αναζήτηση ξεφεύγει από το αρχικό λογοτεχνικό ενδιαφέρον και την εμβάθυνση στο κείμενο του μυστηριώδους συγγραφέα.
Βρίσκω τον Λάβεντερ ιδιαίτερα ικανό στο να κατευθύνει τον αναγνώστη του εκεί που θέλει. Κι αυτό που θέλει να δείξει ο συγγραφέας πιστεύω ότι είναι το πώς ακόμη και κάτι αθώο μπορεί να διαστρέψει τον ανθρώπινο νου. Πώς η αναζήτηση της γνώσης μπορεί να οδηγήσει σε μονομανία αν ο άνθρωπος ξεχάσει την ουσία κοιτάζοντας το δέντρο κι όχι το δάσος.
Κυριαρχία: ένα ψυχολογικό παιχνίδι επικράτησης και εξουσίας. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας.

Ελένη Στασινού: Μύχια Πάθη

  Κι ο άνεμος φέρνει σπορά να πέσει στο περιβόλι. Με αυτή την πρόταση, για να εναρμονιστώ με το ύφος του μυθιστορήματος, συνοψίζω την κεντρι...