Ο Μάριος είχε περάσει το Σαββατοκύριακο ετοιμάζοντας μια νέα
χορογραφία για το στριπτιζάδικο. Ποτέ του δεν μπορούσε να το σκεφτεί με το νέο
του όνομα, που του έφερνε ακόμα χειρότερο συνειρμό. Τι μπορούσες να υποθέσεις στο
άκουσμα της λέξης «Orgasm»; Ακόμα και για κάποιον που δεν γνώριζε αγγλικά, ήταν
πασιφανής η έννοια, αφού η ρίζα ήταν ελληνική. Όπως και να είχε, όφειλε να
δουλέψει πάνω στο «Τζάγκουαρ», ένα θέμα που παρέπεμπε σε ζούγκλα και ό,τι αυτό
συνεπαγόταν. Ο επιχειρηματίας είχε ξετρελαθεί με την ιδέα. Έτσι, να ανάβουν τα αίματα, είχε σχολιάσει περιχαρής.
Παρότι δεν μοιραζόταν τον ενθουσιασμό του, ο Μάριος
ολοκλήρωσε τη χορογραφία που θα έμπαινε στο πρόγραμμα του μαγαζιού στις αρχές
Νοεμβρίου. Ένα δεκαήμερο ήταν αρκετό για να μάθει και ο κάθε άσχετος. Το μόνο
του άγχος ήταν ότι θα συνέπιπτε με την παρουσίαση της χορογραφίας στην Ακαδημία,
κι ακόμα δεν ήταν σίγουρος για το αν τελικά θα είχε ή όχι παρτενέρ. Είχε κάνει
μια κουβέντα με τον Αγοριανό, χωρίς να του αναφέρει τα προβλήματά του με τη
Λένη, αν και δεν υπήρχε περίπτωση να μην είχε καταλάβει ο Διευθυντής της Ακαδημίας
τι συνέβαινε. Δυστυχώς η Λένη σκόρπιζε όλεθρο στο πέρασμά της.
Από την Παρασκευή είχε να τη δει και να την ακούσει μετά την -για
μια ακόμη φορά- αιφνιδιαστική αποχώρησή της από την πρόβα. Τουλάχιστον, είχε παρακολουθήσει
μέχρι τέλους τη χορογραφία του. Ο Μάριος αναρωτήθηκε πόσο μπορούσε να δουλέψει κάποιος
με τη Λένη για να καταφέρει να την πλησιάσει. Ευχόταν να περνούσε το
δεκαπενθήμερο χωρίς παροξυσμούς, ώστε να ολοκληρώσουν κάτι ευπαρουσίαστο. Δεν
είχε πια και πολλές ελπίδες ότι θα τύχαιναν κάποιας ιδιαίτερης διάκρισης.
Γι’ αυτό και αιφνιδιάστηκε όταν είδε τη Λένη να κάνει μόνη
της πρόβα πρωί πρωί τη Δευτέρα. Στους σπουδαστές του τρίτου έτους και μέχρι την
παρουσίαση της χορογραφίας τους είχε παραχωρηθεί μια ακόμα αίθουσα, που
μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν πριν την έναρξη ή μετά το τέλος των μαθημάτων.
Ο Μάριος ήταν πάντα πολύ πρωινός, δεν ίσχυε όμως το ίδιο και
για τη Λένη, που αργούσε μόνιμα από την αρχή της φοίτησης στην Ακαδημία ή
υπήρχαν μέρες που δεν εμφανιζόταν καθόλου προβάλλοντας εκ των υστέρων τις πιο
απίθανες αλλά εντέλει πάντα αποδεκτές δικαιολογίες.
Τώρα, καθώς είχε κολλήσει το πρόσωπό του πίσω από τη γυάλινη
πόρτα, δεν ήξερε τι να υποθέσει. Αναρωτιόταν μόνο αν έπρεπε να χαρεί ή αν η
Λένη τού φύλαγε κάποια δυσάρεστη έκπληξη. Ήθελε σαν τρελός να βρεθεί κοντά της
και να χαθεί μαζί της στα βήματα του χορού, αποφάσισε όμως να μείνει λίγο ακόμη
στη θέση του παρατηρητή και να απολαύσει αυτό που ακούσια του προσφερόταν.
Μπορεί η μουσική να μην έφτανε μέχρι τα αυτιά του, ήταν σίγουρος όμως ότι η
Λένη χόρευε στο μουσικό πάτημα του Try. Αυτές ήταν οι κινήσεις που είχε
φανταστεί και ο ίδιος όταν χορογραφούσε πρώτη φορά το τραγούδι.
Του έκοβε την ανάσα όπως είχε αφεθεί να την παρασύρει ο
χορός. Δεν μπορούσε να μείνει άλλο στην ίδια θέση. Ούτε που κατάλαβε για πότε
άνοιξε την πόρτα και βρέθηκε να χορεύει δίπλα της, στον ίδιο ρυθμό, λες και ο
ένας γνώριζε ακριβώς τι ζητούσε ο άλλος.
Το κομμάτι έπαιζε στην επανάληψη και κάθε φορά οι κινήσεις
τους φορτίζονταν με μεγαλύτερη ένταση, περισσότερο πάθος. Και ο χρόνος κύλησε
σαν μια στιγμή ή μπορεί και να έμεινε στάσιμος έως ότου το κουδούνι που σήμανε
την έναρξη των μαθημάτων τούς επανέφερε στην πραγματικότητα.
Είναι σκληρή η πραγματικότητα όταν ξέρεις ότι μόνο μέσα από
το όνειρο την αντέχεις. Έτσι ένιωσε ο Μάριος όταν είδε την έκφραση της Λένης να
αλλάζει καθώς φόρεσε και πάλι τη μάσκα ή το πραγματικό της πρόσωπο, δεν ήξερε
πια τι από τα δύο.
«Ικανοποιημένος τώρα, Ραφαήλου;» τον ρώτησε με τόση ειρωνεία
στη φωνή της που αν δεν την ήξερε, αν δεν ένιωθε τόσα για αυτήν, θα τη μισούσε.
«Σχεδόν» της απάντησε παίζοντας το δικό της παιχνίδι. Της
ανταπόδωσε το ειρωνικό βλέμμα και της γύρισε την πλάτη προτού η Λένη προλάβει
να πει την τελευταία λέξη.
Το παιχνίδι της γάτας και του ποντικού συνεχίστηκε και τις
επόμενες μέρες. Η Λένη ήταν τυπική στις πρόβες, η χορογραφία όμως δεν
βελτιωνόταν, δεν ικανοποιούσε τον Μάριο. Η μαγεία εκείνης της πρώτης φοράς που
χόρεψαν το Try είχε
χαθεί. Με το που τελείωνε η κάθε πρόβα, η Λένη εξαφανιζόταν χωρίς καν να τον χαιρετήσει.
Γενικότερα τον απέφευγε δείχνοντας ότι η παρουσία του και μόνο της ήταν
ενοχλητική.
Ο Μάριος δεν έκανε κανένα σχόλιο και αποδεχόταν την κατάσταση
με ένα ουδέτερο ύφος. Δεν είχε σκοπό να γκρεμίσει ό,τι είχαν καταφέρει με κόπο
να στήσουν. Δεν σχολίαζε καν το γεγονός ότι η Λένη στις πρωινές πρόβες πολλές
φορές μύριζε αλκοόλ. Ούτε ήθελε να φανταστεί πού και πώς περνούσε τα βράδια της,
γιατί η σκέψη και μόνο τον αρρώσταινε. Αντίθετα, είχε δώσει όλη την προσοχή του
σε αυτό που έπρεπε να παρουσιάσουν. Το δούλευε όλες τις ελεύθερες ώρες του σαν
να του είχε γίνει μανία και αυτοσκοπός, ώσπου κατάλαβε τι ακριβώς έφταιγε.
Χρειαζόταν ένα πάτημα ανάμεσα στο δεύτερο και το τρίτο κομμάτι. Το Drop του DJDahi έκανε τελικά την ιδανική γέφυρα.
Για τον Μάριο η χορογραφία άγγιζε πια την τελειότητα κι ας
μην ακουγόταν καθόλου μετριόφρων. Έτσι ολοκληρωνόταν και η εικόνα που ήθελε από
την αρχή να δώσει. Πρόκληση, επίθεση και άμυνα, άμυνα που γίνεται επίθεση,
εκτόνωση, παράδοση. Το Drop που ανήκε στην κατηγορία της ηλεκτρονικής χορευτικής μουσικής
βρισκόταν πιο κοντά στα δικά του μουσικά ακούσματα. Όταν το έβαλε να παίξει, ο
ρυθμός τού έφερε στα αυτιά του ήχους ξιφομαχίας και το σώμα του πέρασε αυτόματα
από την άμυνα στην επίθεση. Ίσως αυτό χρειαζόταν. Αυτό που δεν έκανε στην
πραγματικότητα με τη Λένη.
Το πρόβλημα ήταν πώς θα της παρουσίαζε το κομμάτι που είχε
προσθέσει χωρίς να την εξοργίσει. Γιατί ήταν απόλυτα σίγουρος για την αντίδρασή
της. Η μόνη της συνεισφορά μέχρι στιγμής ήταν το Outta your mind, που και γι’ αυτό ο Μάριος είχε
αντιρρήσεις και είχε εν μέρει αλλάξει τη χορογραφία. Χρόνο είχαν ακόμη, ένα
δεκαήμερο σχεδόν. Έπρεπε να βρει έναν τρόπο να της το φέρει μαλακά. Αν την
πετύχαινε μετά το τέλος των μαθημάτων…
Μετά το τέλος των μαθημάτων η Λένη δεν κάθισε να ακούσει το
παραμικρό. Όπως κάθε Δευτέρα πρόβα είχαν κάνει το πρωί, και τώρα έφευγε
βιαστική. Έξω από την Ακαδημία την περίμενε ο γνωστός ερωτιάρης αραγμένος νωχελικά
στη μηχανή του σαν άλλος Τραβόλτα στο Grease. Η Λένη ήταν πέραν του δέοντος
διαχυτική με τον επίδοξο Δον Ζουάν, ώσπου μάλλον έκρινε ότι είχε σκανδαλίσει αρκετά
τους περαστικούς. Ψιθύρισε κάτι γελώντας στο αυτί του κι εκείνος ξεκίνησε με
γκάζια τη μηχανή.
Ο Μάριος, υποκύπτοντας στην παρόρμηση ή τον πειρασμό της
στιγμής, τούς ακολούθησε από μια σχετική απόσταση ασφαλείας, αν και γνώριζε ότι
το μόνο που θα κατάφερνε θα ήταν να μειώσει τον εαυτό του. Η δικαιολογία που
πρόβαλε στη συνείδησή του ήταν ότι έπρεπε να μιλήσει στη Λένη για την προσθήκη
στη χορογραφία.
Ο προορισμός τους, όπως κατάλαβε πολύ σύντομα, ήταν το σπίτι
της Λένης. Το αίμα τού ανέβηκε στο κεφάλι. Πώς μπορούσε να χορεύει μαζί του και
μετά να τρέχει με τον ηλίθιο; Μια αφόρητη ζήλεια τον κυρίευσε. Πάρκαρε τη
μηχανή έτοιμος να τους ακολουθήσει μέχρι επάνω στο λοφτ. Πώς θα έμπαινε μέσα
ήταν άλλη ιστορία βέβαια.
Ακριβώς έξω από την πόρτα της εισόδου, ο ερωτιάρης είχε
αγκαλιάσει τη Λένη και προσπαθούσε να τη φιλήσει, εκείνη όμως τον απέκρουε.
Έμοιαζε να της έχει περάσει κάθε ερωτική διάθεση ξαφνικά, ο τύπος όμως επέμενε.
Πάνω που ο Μάριος ήταν έτοιμος να επέμβει, είδε τη Λένη να σπρώχνει τον επίδοξο εραστή.
«Μάζευέ τα και φύγε. Άντε στο καλό, στη μαμάκα σου!» του
φώναξε και του άστραψε ένα χαστούκι.
Για πότε ο Μάριος βρέθηκε να τον πιάνει από τον ώμο και να
τον τραβολογάει με το ζόρι μέχρι τη μηχανή του, ούτε που το κατάλαβε. Ο τύπος
ήταν από εκείνους τους άνδρες που κάνουν τον κόκορα μέχρι εκεί που τους
παίρνει. Πετώντας κάτι ακατάληπτο ανέβηκε στη μηχανή και έφυγε με τα χίλια.
Ο Μάριος πρόλαβε τη Λένη την ώρα που ξεκλείδωνε την πόρτα.
«Γιατί το κάνεις αυτό;» τη ρώτησε πιάνοντάς της το χέρι.
«Κηδεμόνας μου είσαι, Ραφαήλου;» του είπε ξινά.
«Απλά νοιάζομαι για σένα» της απάντησε αυθόρμητα.
«Δικό σου πρόβλημα! Άντε παράτα με τώρα!»
«Δεν σε κρατάω από πουθενά, Λένη. Κάνε ό,τι νομίζεις. Τα
βαρέθηκα τα παιχνίδια σου!»
Είχαν φτάσει να φωνάζουν ο ένας στον άλλον. Δεν την άντεχε
άλλο αυτή την κατάσταση. Προτού βγει εντελώς εκτός εαυτού, ανέβηκε στη μηχανή
του και έφυγε γκαζώνοντας κι αυτός. Προφανώς η επίθεση στην επίθεση ήταν
τακτική που ούτε στην πραγματικότητα ούτε καν στη χορογραφία μπορούσε να
εφαρμόσει.
Η μέρα κατέληξε στο απόλυτο φιάσκο καθώς το ίδιο βράδυ στο
κλαμπ, στριπτιζάδικο ή όπως αλλιώς το σκεφτόταν, ήρθε η κρίση. Όχι η
οικονομική, αφού παραδόξως εν καιρώ γενικής οικονομικής ανασφάλειας, το μαγαζί
ήταν γεμάτο κάθε βράδυ. Ο Βλαδίμηρος, ένας από τους χορευτές, άρχισε να κάνει
νερά, το οποίο μεταφραζόταν στο ότι τον είχε βάλει στο μάτι μια από τις χρυσές
πελάτισσες. Ο Μάριος έπρεπε να εκτελέσει και χρέη ψυχολόγου, προσπαθώντας,
ανάμεσα στα σπασμένα ελληνικά και αγγλικά του χορευτή, να τον βγάλει από το
δίλημμα: να ακολουθήσει τη γριά κότα με τα χρυσά αυγά ή να μείνει με την
πανέμορφη πλην πτωχή καλή του.
Αργά το βράδυ το κεφάλι του πήγαινε να σπάσει. Το πρώτο που
έκανε γυρίζοντας στο σπίτι του ήταν να κοιτάξει το ημερολόγιο τοίχου για να
τσεκάρει τι ημέρα είχαν και πόσες ακόμα έμεναν μέχρι την παρουσίαση της
χορογραφίας, λες και θα γινόταν κάτι μαγικό και ο χρόνος θα γύριζε πίσω. Λιγότερο
από ένα δεκαήμερο και δεν είχε ιδέα πώς να συνεννοηθεί με τη Λένη. Λες και είχε
βαλθεί να τον τιμωρήσει για κάτι. Απορούσε με τον εαυτό του. Μέχρι ποιο σημείο
θα έφτανε ο μαζοχισμός του; Μήπως ήταν καιρός να ανοίξει τα μάτια και να
σκεφτεί λογικά; Η χημεία που υπήρχε μεταξύ τους αφορούσε μόνο το κομμάτι του
χορού, όταν και όποτε έβγαινε και εκεί.
Ο ίδιος είχε όλη την καλή διάθεση, η Λένη όμως γινόταν όλο
και πιο εχθρική απέναντί του. Γιατί να βασανίζει τον εαυτό του; Με αυτή τη
σκέψη αποκοιμήθηκε, με αυτή ξύπνησε το επόμενο πρωί. Είχε πάρει όμως την
απόφασή του. Δεν θα έκανε τίποτα περισσότερο, μάλιστα θα έκανε πολύ λιγότερα
αφού θα έπαυε να ασχολείται με τη Λένη και ό,τι την αφορούσε.
Εκείνη τη μέρα έφτασε στην Ακαδημία ακριβώς την ώρα της
έναρξης των μαθημάτων. Η Λένη μόνο που δεν τον έβρισε που την είχε στήσει στην
πρόβα.
«Μαγκιά πουλάς, Ραφαήλου;»
Δεν μπήκε στον κόπο να της απαντήσει, με αποτέλεσμα εκείνη να
τον ακολουθήσει μέχρι που τον έφτασε και βγήκε μπροστά του αναγκάζοντάς τον να
σταθεί.
«Άντε παράτα μας, Ψαθά» της απάντησε βγάζοντας όλον τον θυμό
που καταπίεζε. Επίθεση στην επίθεση, μόνο από αυτό καταλάβαινε η Λένη. Το είδε
εξάλλου αμέσως στην αλλαγή της στάσης του σώματός της. Κουμπώθηκε, δεν την είχε
συνηθίσει σε τέτοιες αντιδράσεις.
«Μύγα σε τσίμπησε;»
«Σκορπιός μάλλον και με πολύ δηλητήριο».
«Την πρόβα θα την κάνουμε;»
«Όχι».
«Γιατί;»
«Γιατί είναι μάταιο να προσπαθούμε να βελτιωθούμε. Και γιατί
δεν γουστάρω. Δεν ταιριάξαμε, δεν πάμε παραπέρα. Όταν έρθει η ώρα, θα χορέψουμε
και αυτό είναι όλο. Μην ανησυχείς. Είμαστε πολύ καλοί στην ξιφομαχία εμείς οι
δύο» της είπε ειρωνικά.
«Με δουλεύεις, Ραφαήλου;»
«Όπως το πάρεις» είπε και της γύρισε την πλάτη.
(Συνεχίζεται)