Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Ένα υδροκίνητο μουσείο

 Επίσκεψη στην αρχοντική Δημητσάνα και δε θα μπορούσα να μην περάσω από το Υπαίθριο Μουσείο Υδροκίνησης που δημιουργήθηκε από το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιά. Πρόκειται για ένα θεματικό τεχνολογικό μουσείο όπου ο επισκέπτης περιδιαβαίνει ανάμεσα στα νερά των πηγών του Αϊ Γιάννη, δίπλα στο Λούσιο ποταμό. Σε έκταση ενός στρέμματος και μέσα σε ένα περιβάλλον που το χειμώνα παίζει ανάμεσα στο ονειρικό και το απόκοσμο, οι εγκαταστάσεις και οι υδροκίνητοι μηχανισμοί μοιάζουν να είναι μέρος της πυκνής βλάστησης. Στο κάθε αναστηλωμένο κτήριο των παραδοσιακών εργαστηρίων φιλοξενείται μία μόνιμη έκθεση που το θεματικό της περιεχόμενο είναι σχετικό με το εργαστήριο όπου στεγάζεται ενώνοντας το χθες με το σήμερα.
Στην είσοδο, μετά τη στέρνα κάνω την πρώτη μου συνάντηση με τη νεροτριβή για την επεξεργασία των υφαντών. Ακολουθεί ο νερόμυλος για το άλεσμα των δημητριακών όπου δεν αρκούμαι στο να βγάλω μια ακόμη φωτογραφία, αλλά, μπαίνοντας στον πειρασμό, ρίχνω μια χούφτα σπόρους καλαμποκιού στην σκαφίδα για να παρακολουθήσω το γήινο θαύμα με τα ίδια μου τα μάτια. Δίπλα ακριβώς το σπίτι του μυλωνά όπου χαζεύω τη φυσική ομορφιά της Αρκαδίας μέσα από φωτογραφίες του δέκατου ένατου αιώνα.
Κι εκεί που περπατάω ανέμελη βρίσκομαι ξαφνικά μπροστά στο ρακοκάζανο σε πλήρη ετοιμότητα για την παραγωγή του τσίπουρου. Λίγο πιο κάτω, να και το σπίτι του βυρσοδέψη και πιο χαμηλά το βυρσοδεψείο. Το κρύο περονιάζει αλλά ο κόσμος παρακολουθεί απερίσπαστος το βίντεο που εξηγεί τη διαδικασία. Περνάω ή μάλλον ονειροβατώ ανάμεσα στις γούρνες χαζεύοντας τα απλωμένα δέρματα.
Βγαίνω και ακροβατώ στις πέτρες τις φαγωμένες από τον νερό και τους λειχήνες δίπλα στον καταρράκτη που δημιουργεί ένα σύννεφο υδρατμών.
Το τελευταίο τμήμα του λιθόστρωτου με οδηγεί στον μπαρουτόμυλο. Μπαρούτι και Δημητσάνα εξάλλου συνειρμικά ταυτίζονται. Λίγο πριν την επανάσταση του 1821, η περιοχή φτάνει να έχει δέκα τέσσερις μπαρουτόμυλους. Συνηγορεί βέβαια η απομονωμένη θέση της, η τεχνογνωσία, αλλά και η ύπαρξη των πρώτων υλών, του άφθονου τρεχούμενου νερού και της χρηματοδότησης . «Μπαρούτι είχαμε, έκαμνε η Δημιτζάνα» έγραφε χαρακτηριστικά ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.
Φτάνω στο τέλος και κάνω την ανάποδη διαδρομή μπαίνοντας ξανά στις εγκαταστάσεις σαν να θέλω να εντυπωθώ όλες τις λεπτομέρειες. Ανηφορίζω τα τελευταία σκαλιά και βγαίνω προς τα δεξιά εκεί που αιωνόβιοι πλάτανοι στέκονται πιστοί φύλακες του τοπίου. Περπατάω μέχρι την άκρη του ξύλινου πλατώματος, τα σανίδια τρίζουν κάτω από τις μπότες μου. Παίρνω βαθιά ανάσα. Άρχισε να ψιλοβρέχει. ΟΙ σταγόνες γίνονται όλο και πιο δυνατές, ραπίζουν το πρόσωπο, μουσκεύουν τα ρούχα. Δε με νοιάζει. Κοιτάζω το τοπίο μαγεμένη. Ίσως είναι η μυρωδιά της γης και των προϊόντων της, ίσως πάλι κι αυτή η δύναμη του νερού καθώς το νιώθεις να τρέχει παντού. Περνάς πάνω του δρασκελίζοντας μικρά γεφύρια ή δίπλα του ακούγοντας το γουργουρητό του. Το αφήνεις πίσω σου νοιώθοντας όμως την παρόρμηση να γυρίσεις το κεφάλι σαν τη γυναίκα του Λωτ και να το δεις να κοχλάζει και να σου φωνάζει. Τι φέρνει μαζί του άραγε; Ιστορίες ανθρώπων άλλων εποχών; Φωνές μαζί με παραγγέλματα, βιαστικά βήματα, βλέπεις τα μουλάρια που κουβαλούν τα φορτώματα, τσεμπεροφορεμένες γυναίκες με βαριούς μπόγους στην πλάτη.

Η βροχή δυναμώνει πια. Τα νερά που στέλνει ο ουρανός ενώνονται με τη γοργή πορεία του Λούσιου. Φεύγω αλλά ένα κομμάτι μου μένει πίσω. Επίτηδες, για να με ακούσει το ποτάμι να υπόσχομαι πως θα ξαναγυρίσω. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ελένη Στασινού: Μύχια Πάθη

  Κι ο άνεμος φέρνει σπορά να πέσει στο περιβόλι. Με αυτή την πρόταση, για να εναρμονιστώ με το ύφος του μυθιστορήματος, συνοψίζω την κεντρι...