Η αρμύρα, οι πληγές του ξύλου, η σκουριά του σίδερου αποτελούν τους χρωματικούς άξονες για μια απεικόνιση νοσταλγίας, τρυφερότητας, ευαισθησίας. Η ώρα που το ταξίδι τελειώνει, όταν τα γέρικα σκαριά καταφύγουν στο λιμάνι για απάγκιο, με όλα όσα αποκόμισαν από την πλοήγηση, σημάδια του χρόνου αποτυπωμένα πια σε κουρασμένα όνειρα, η ώρα της σιγής.
Το ταξίδι δεν τελειώνει, ο χρόνος περνά, αλλά το σώμα, το σκαρί υπομένει και επιμένει. Τα θέλγητρα της ζωής βρίσκονται πέρα από τα χρονικά αδιέξοδα. Είναι εκείνο το σημείο όπου η σοφία και η πείρα δίνουν μία ακόμη ώθηση. Οι αιχμές και τα σημάδια δεν είναι αρκετά για να καθυποτάξουν το ανήσυχο. Το πνεύμα ενός πλοίου, το πνεύμα του ανθρώπου. Να πληγώνεται, να ακουμπά μια κόλαση, να ξεκινά και πάλι να ψάξει τον παράδεισο. Ζητάει το ζωογόνο αλάτι. Παρθενικό ξεκίνημα από τον ταρσανά, εκεί που η μυρωδιά της θάλασσας, της φρεσκάδας και του ελκυστικού άγνωστου ανακατώνεται. Και να η άγκυρα μαζεύει και ποντίζεται ξανά, το μουράγιο, ο μόλος, το λιμάνι. Χαλκάδες, μπίντες, μακαράδες, κάβοι να δέσουν το σκαρί το ταξιδιάρικο στη στεριά, για να το ακούσουν σαν παλιό τροβαδούρο να τραγουδήσει τα μύρια και θαυμαστά, να οσφρανθούν τις εξωτικές μυρωδιές που κουβαλάει μαζί του. Κι η θάλασσα να ησυχάσει γύρω του λες και δεν ξέρει πως αυτή είναι που ορίζει το κάθε του ταξίδι.
Μπουνάτσα κι αντάρα, σιρόκος, λεβάντες, γαρμπής, το αγιάζι παγώνει τα σώματα, τα μάτια ξαγρυπνισμένα ψάχνουν το απέραντο, οι ρυτίδες στο σκαμμένο πρόσωπο πλαταίνουν, και αυτές στο σκαρί ποτέ δεν αναπαύονται.
Μίνιο, κατράμι, μουράβια, σώματα προστασίας, να ξεγελάσουν την σκουριά και την αρμύρα. Κι άλλο ταξίδι, κι άλλο. Μεγάλη πλανεύτρα η θάλασσα γεμάτη λέξεις, εικόνες και ήχους. «Φωτογράφιζα και άκουγα, προχωρούσα, φωτογράφιζα και άγγιζα» λέει ο Δημήτρης Ταλιάνης.
Σκουριά κι αρμύρα
Ποίηση: Γιώργος Σεφέρης
Φωτογραφικό λεύκωμα, με 150 έγχρωμες φωτογραφίες του Δ. Tαλιάνη. Σελίδες 144, από τις εκδόσεις Τοπίο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου