Η μυρσίνη ή πιο γνωστή σε εμάς μυρτιά ήταν αφιερωμένη στη θεά Αφροδίτη της Πάφου. Το φυτό συνδέθηκε επίσης με την ερωτική αγωνία της Φαίδρας που ο μύθος την ήθελε να τρυπά τα φύλλα της μυρτιάς για να εκδικηθεί την Αφροδίτη, καθώς δεν μπόρεσε να εξασφαλίσει τον έρωτα του Ιππόλυτου. Υπάρχουν βέβαια πολλές ακόμη εκδοχές που έχουν να κάνουν με τα αδιέξοδα που προκάλεσε η ομορφιά της μυθικής Μυρσίνης που συνδεόταν με το φθόνο και το μένος.
Στέκομαι στα παραπάνω και ξεκινάω μαζί σας το μαγικό ταξίδι στον κόσμο της κεντρικής ηρωίδας του μυθιστορήματος του Βασίλη Μόσχη «Χιλιάδες χρώματα στα μάτια της».
Πάντα όταν πιάνω στα χέρια μου ένα βιβλίο, κοιτάζω ώρα τον τίτλο και το εξώφυλλό του. Το «Χιλιάδες χρώματα στα μάτια της» κέντρισε άμα τη εμφανίσει του το αναγνωστικό μου ενδιαφέρον, αφενός γιατί ο τίτλος και μόνο με προϊδέασε για κάποιον συμβολισμό και κατά δεύτερον το εξώφυλλο κυριολεκτικά ταξίδεψε τη φαντασία μου! Ένα λιβάδι με μαργαρίτες και παπαρούνες, μαγευτικά χρώματα, άνοιξη, ζωή και ζωντάνια, αλλά και το πρόσκαιρο καθώς όλοι γνωρίζουμε ότι τα λουλούδια του αγρού κρατούν ελάχιστα τη ζωντανή ομορφιά τους. Όταν τα κόψεις από τον τόπο τους, μαραζώνουν. Εκεί τους πρέπει να βρίσκονται, και όχι ψεύτικα στολίδια σε ένα ξένο περιβάλλον.
Ξεκινώντας την ανάγνωση, σκέφτηκα ότι η ιστορία της Μυρσίνης δε θα μπορούσε να απεικονιστεί με πιο πετυχημένο συμβολισμό. Και όχι μόνο αυτό, αλλά έδεσε και με το ότι το ίδιο όνομα ήταν συνδεδεμένο με την ομορφιά και τη ματαιοδοξία της στην αρχαιότητα.
Η ομορφιά ενός κήπου σε ένα κοντινό αλλά απρόσιτο παρελθόν, η ομορφιά μιας πόλης που ακόμη και οι θεοί φθόνησαν, η ομορφιά της Μυρσίνης που τραβάει τα βλέμματα. Η Μυρσίνη κουβαλάει πάνω σε ένα πλοίο που την παίρνει μακριά από την πυρπολημένη Σμύρνη, τα όνειρά και τις ελπίδες της. Μαζί με την μεγαλύτερή της Αγγέλα που θα υπάρξει φίλη, μάνα και αδερφή- ίσως για να αναπληρώσει τη δική της χαμένη μέσα στον πανικό της φυγής οικογένεια-φωλιάζει στην Αθήνα προσπαθώντας να ανασυντάξει τη ζωή της, να αποδεχτεί το γκρέμισμα ενός ανέμελου αλλά σύντομου παρελθόντος και να αφήσει τον εαυτό της να ονειρευτεί ξανά. Μια αντρική φωνή θα την μαγέψει, μια αντρική αγκαλιά θα την ταξιδέψει εκεί που δεν υπάρχει ο απόηχος του μίσους και του αναίτιου σπαραγμού και θα την κάνει να πιστέψει πως δικαιούται ένα μικρό κομμάτι σε αυτό το απέραντο οικόπεδο που λέγεται «ευτυχία». Πόσο γρήγορα γκρεμίζονται τα όνειρα, πόσο γρήγορα ο πιο λαμπρός ήλιος κρύβεται από μολυβένια σύννεφα που φέρνουν βροχή κι εφιάλτες; Και μετά να περιμένεις να ξαστερώσει ξανά ξυπνώντας με την πολύτιμη θύμηση αυτού του κήπου του φορτωμένου γιασεμιά, μενεξέδες και αγιόκλημα!
Σε κάποιους η ευτυχία χαρίζεται απλόχερα, στους περισσότερους όμως είναι όνειρο που χάνεται καθώς ένα απότομο ξύπνημα σε αποτραβάει από τη γλυκιά χαύνωση του ύπνου. Και ξαφνικά βρίσκεσαι να αναρωτιέσαι αν θα τα βγάλεις πέρα, διχάζεσαι, κάνεις ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω, ψάχνεις κάπου να ακουμπήσεις, αλλά το μόνο που βλέπεις είναι ότι έχεις μπροστά σου μία Μυρσίνη που σαν αμνός του Θεού έχει επιλεχτεί να κουβαλήσει στις πλάτες της όλες τις αμαρτίες του κόσμου. Ποια να ήταν άραγε η δική της αμαρτία; Ότι ερωτεύτηκε, ότι αγάπησε, ότι υπήρξε εύπιστη; Γιατί; Αν δεν ήταν η καταστροφή της Σμύρνης, τώρα θα έκανε βόλτες στην πολύβουη αποβάθρα της, θα απολάμβανε το θαλασσινό αεράκι, τα γλυκίσματα και τα τζελάτα, θα σεργιάνιζε στις συνοικίες διαλέγοντας ακριβά και αιθέρια υφάσματα, θα γελούσε, μα πάνω από όλα θα είχε την οικογένειά της.
Μια πατρίδα στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, όνειρα που αφυδατώνονται στην Αθήνα, συγκρούσεις και παραλογισμοί, μια νέα πορεία στη Θεσσαλονίκη. Τόποι, αρώματα, χρώματα, ένα παράθυρο που ανοίγει σε μια θάλασσα για να ξυπνάει γλυκά τον πόνο ή πάλι για να κάνει την ηρωίδα να πάρει μεγάλες αποφάσεις. Να βλέπει την καταιγίδα να ξεσπάει, αλλά να μη λιγοψυχάει, να βλέπει τα κύματα να σπάνε, κι αυτή να είναι δυνατή, κι όταν δεν το καταφέρνει κι αυτό, να γράφει στην Αγγέλα της.
Χιλιάδες χρώματα στα μάτια της Μυρσίνης, χρώματα που η παλέτα της ζωής ανακατεύει όπως αυτή θέλει κι αλλάζει τη ζωγραφιά που η μικρή κοπέλα έχει κατά νου. Όπως αλλάζει τους τόπους, τις γειτονιές, τα σπίτια, εκεί που η ευημερία και η μιζέρια, η ευτυχία και η ατυχία, το δάκρυ και το γέλιο χωρίζονται μόνο από μερικά στενά. Για κάποιους είναι γραφτό να παρακολουθούν ευτυχισμένες ιστορίες από μακριά, να κάνουν όνειρα καταδικασμένα να πεθάνουν προτού γεννηθούν. Πώς να πάρει η Μυρσίνη μιαν απόφαση όχι μόνο για αυτήν αλλά και για μια ακόμη ζωή; Τα ζυγιάζει, τα αποφασίζει, τα σκέφτεται ξανά κι όλο λέει αν ήταν αυτό, αν γινόταν εκείνο! Η τελική της επιλογή δείχνει την ενδόμυχη ανάγκη της για αγάπη. Παίρνει μιαν απόφαση και παλεύει να φανεί αντάξιά της, όμως ο φόβος που τη συντροφεύει από τη χαμένη της πατρίδα, επιτείνεται από τη μοναξιά της καρδιάς της.
Η Μυρσίνη δε μπορεί να ζήσει με το μυστικό της, το πάθος που αποδείχτηκε λάθος, πρέπει να αγνοήσει τι λέει η καρδιά της για μία ακόμη φορά και να πράξει το σωστό. Όμως η ζωή έχει άλλα σχέδια, κάθε στροφή της κρύβει κάτι απρόσμενο, κάτι που η καμπύλη σε εμποδίζει να δεις. Το παράθυρο που άνοιξε ελπιδοφόρα στο Θερμαϊκό θα σφαλίσει και ακόμη και μια περιποιημένη αυλή στις προσφυγικές γειτονιές του Βύρωνα δε θα προστατέψει την Μυρσίνη από το φθόνο και τα αρπακτικά χέρια. Η πίεση είναι μεγάλη, για μία ακόμη φορά η ζωή μοιάζει να ορίζεται από τους άλλους. Και καθώς τα χρόνια κυλάνε, χρώματα κι αρώματα ενός νέου τόπου εμφανίζονται. Ενός νέου τόπου κι ενός νέου έρωτα στην αλυσίδα της ζωής. Ένα νησί που γαληνεύει στον Αργοσαρωνικό, καθώς η θαλάσσια αύρα ανακατώνεται με το άρωμα των λεμονιών, καθώς η γλύκα και η πίκρα του έρωτα μπαίνουν ορμητικά από ένα ακόμα ανοιχτό παράθυρο.
Η ζωή στον Πόρο μοιάζει ανείπωτα γλυκιά καθώς το νησί ξυπνάει από το λήθαργο του χειμώνα για να υποδεχτεί νεανικές φωνές που φέρνουν μαζί τους τον έρωτα αλλά και κομμάτια από ένα καλά κρυμμένο παρελθόν. Η μοίρα παρακολουθεί χαμογελώντας με υπομονή, σκύβει πάνω από αγκαλιασμένα σώματα κάτω από το ολόγιομο φεγγάρι, διαβάζει αδιάκριτα ερωτικά γράμματα που ταξιδεύουν από το Βόσπορο στο Σαρωνικό. Συνομωτεί, αλλά αυτό δεν το γνωρίζουν ούτε οι αθώοι ούτε οι ένοχοι. Η μοίρα έχει υπομονή, τα σχέδιά της είναι σαν τον ιστό της αράχνης. Διάφανα και πολύπλοκα, που αν κάνεις το σφάλμα και ξεγελαστείς, εγκλωβίζεσαι σε ένα κόσμο που σε καταπίνει καθώς καταποντίζεται.
Η γραφή του Βασίλη Μόσχη μας ταξιδεύει μαγικά καθώς μέσα και πίσω από τις λέξεις του, βρίσκεται η λεπτομέρεια της κίνησης, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Μέσα από μια αρμονική συνύπαρξη της φυσικής πορείας των ηρώων διαφαίνεται και η πορεία των συγκρούσεων λογικής και καρδιάς, νου και ψυχής. Πάθη, αντιπαραθέσεις, ανατροπές ορίζονται από την συγγραφική πένα με τον ίδιο τρόπο που η ζωή καταγράφει καθημερινά. Τόποι του άλλοτε ζωντανεύουν μπροστά μας μέσα από τις εμβόλιμες παραθέσεις ιστορικών στοιχείων, συνηθειών της εποχής, μέσα από μια εκπληκτική συρραφή προσώπων πραγματικών με αυτά που ο μύθος και η πλοκή ορίζουν ούτως ώστε ο αναγνώστης να εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις δυνατότητες να ταυτιστεί ή να πασχίσει μαζί με τους ήρωες. Έντεχνα ο συγγραφέας τον οδηγεί στην κατανόηση των πράξεων των ηρώων του, στην κατανόηση της ίδιας της ζωής, γιατί τι άλλο είναι το «χιλιάδες χρώματα στα μάτια της» παρά η δύναμη του ανθρώπου πάνω από όλα, η δυνατότητα που δίνεται στο χαρισματικό έλλογο ον να δει όχι τα επτά χρώματα της ίριδας, αλλά το απεριόριστο μέσα από το πεπερασμένο της ίδιας του της ύπαρξης!
Ο χρόνος κύλησε αγέρωχα και αφέθηκε να κάνει τη δουλειά του όπως αυτός ξέρει. Μετά από τις δύσκολες εποχές, εξαντλημένος και αυτός πια, αποφάσισε να αλλάξει το σκηνικό. Κουράστηκε να απλώνει γκρίζα χρώματα στις ψυχές των ανθρώπων. Άπλωσε την παλέτα του και διάλεξε τα πιο φωτεινά του χρώματα και τα μοίρασε σπάταλα. Και ένιωσε και αυτός καλύτερα
Αγαπητέ Βασίλη, εύχομαι κάθε επιτυχία με χιλιάδες χρώματα στη συγγραφική σου πορεία!!!
Το μικρό απόσπασμα σε πλάγια γράμματα είναι από τη σελίδα 459 του μυθιστορήματος και περιέχει ένα όλο νόημα μήνυμα αισιοδοξίας.
Το παραπάνω είναι το κείμενο που έγραψα και διάβασα στις 12/11/2011 στις δύο παρουσιάσεις που έγιναν από το Βιβλιοπωλείο Φλωράς στον Πειραιά και το Μαρούσι για το μυθιστόρημα του Βασίλη Μόσχη «Χιλιάδες χρώματα στα μάτια της».