Θα γνωρίσουμε πώς σπέρνεται ο σπόρος της Μεγάλης Ιδέας, πώς καρπίζει και
μεταφέρεται. Μια προεπαναστατική Ελλάδα και μετά η αρχή της απελευθέρωσης, η
διχόνοια, η πάλη για εξουσία, οι εμφύλιες διαμάχες, οι αλλότριες παρεμβάσεις.
Κλέφτες, κοτζαμπάσηδες, δημογέροντες, έμποροι, διανοούμενοι, πολιτικοί και
πολιτικάντηδες. Συμφέροντα που μπλέκονται και περιπλέκονται. Ένα έθνος που
παλεύει να ξαναβρεί τις ρίζες του. Μυστικές συναντήσεις, μεγαλείο ψυχής,
αυταπάρνηση. Κι από την άλλη, διπροσωπία, εγωπάθεια, αρχομανία, επίδειξη
πλούτου και δύναμης. Ο ταγμένος και ο καιροσκόπος. Και από το σύνολο στο
επιμέρους. Οι αγώνες και τα πάθη ιδωμένα μέσα από τα μάτια του κόσμου μιας
μικρής μεριάς του Μοριά.
Ο Χαλασμός της Πρέβεζας. Από εκεί ξεκινάνε όλα. Οι Βενετσιάνοι παραδίδουν
στους Φραντσέζους. Σε καλύτερα χέρια θα βρεθούμε, μολογάνε οι Πρεβεζάνοι κι
ανασαίνουν ανακουφισμένοι. Τα σχέδια όμως του Οθωμανού δεν τα χαλάνε αυτές οι
ευρωπαϊκές αλλαγές φρουράς. Φωτιά κι αφανισμός περιμένει όσους μπαίνουν στο
στόχαστρο της Υψηλής Πύλης. Και η Ελένη, που μόλις έχει συνέλθει από έναν
ανεκπλήρωτο έρωτα, βρίσκεται εξόριστη στη μαύρη λίμνη. Θα αγαπήσει τον τόπο, θα
αγαπήσει τον προστάτη της, εκείνον τον φέρελπι Φιλώτα Κοροβέση, γιο άρχοντα,
σπουδαγμένο και αριστεύσαντα στο εξωτερικό. Κι από καπριτσιόζα έφηβη θα
μεστώσει όπως μεστώνει η αγάπη της. Θα βγάλει ρίζες και κλαδιά και ανθούς. Ένα
περιβόλι θα γενεί σαν εκείνο της πατρίδας που σπόρο γόνιμο περίμενε να
αυγατίσει.
Αυτό που σε κατατρώει ή που θα σου δώσει δύναμη ή που θα σε αφανίσει. Γιατί έτσι είναι ο άνθρωπος. Αγαθό ερίφιο και τρομερό σαρκοβόρο συνάμα. Γεννιέται άγραφη σελίδα. Κι άλλοι λένε τα γονίδια, άλλοι οι περιστάσεις είναι που σε πλάθουν στη ζωή. Χαράζεις μια πορεία, κι αν κάποτε ξεφύγεις, στο χέρι σου είναι να τη διορθώσεις. Μα, αν δεν τα έχεις βρει με τον εαυτό σου, πώς να αναγνωρίσεις το λάθος; Αν θρέφεσαι από δήθεν αδικίες, στραβοπατήματα και στραβοκοιτάγματα, αν οι περγαμηνές σου αραχνιάζουν σε μια γωνιά κι ο καθρέφτης σου θαμπώνει, ενώ εσύ κατεβαίνεις στα πιο πυκνά σκοτάδια; Δε σε λένε Ελένη τώρα, σε λένε Λητώ. Είσαι η αντίζηλος, φθονείς και έχεις ένα σχέδιο. Σαν εκείνα τα σαρκοβόρα φυτά έλκεις με σπάνια χρώματα και άλλες χάρες τα ανυποψίαστα αφελή έντομα. Στο χέρι σου είναι να αλλάξεις πορεία ή μήπως ενδόμυχα περιμένεις να πληρωθείς ό,τι σου αξίζει;
Πάθη φανερά και άλλα καμουφλαρισμένα και ανομολόγητα. Ο έρωτας ο ιερός, ο
μεγαλειώδης. Στο άλλο άκρο ο ερεβώδης, ο ανόσιος.
Μια λίμνη τροφοδότρα κι ένας πύργος που δεσπόζει στα ψηλώματα. Αντίκρυ η
θάλασσα και τα φιλικώς κείμενα νησιά.
Κάθε εξέγερση γράφεται με αίμα. Οι καρποί του ξεσηκωμού διψασμένοι,
αχόρταγοι να στεριώσουν δίχως όρια. Παραδίνεσαι στην Ιδέα τη Μεγάλη, στον Ιερό
Σκοπό. Την υπηρετείς με το είναι σου, ειδάλλως την ώρα της Κρίσης δικάζεσαι και
βρίσκεσαι ελλιπής.
Αστείρευτη πηγή γνώσεων και λογοτεχνικού πλούτου, η Ελένη Στασινού
συνδιαλέγεται με τον αναγνώστη της μέσα από έναν μύθο που μιλάει για πάθη. Πάθη
της Ζωής και της Επανάστασης. Για μαύρες αλλά και τιμημένες σελίδες της
Ιστορίας. Πεπραγμένα καλώς ή κακώς καμωμένα έρχονται να υφάνουν πάνω στο στημόνι
τα παιχνίδια της καρδιάς, του νου και της σάρκας. Και μοιάζουν με τα σχέδια που
η λεπτή γουρουνότριχα της τρίτης μάνας φτιάχνει στη σαρμανίτσα, την ξύλινη
κούνια που θα υποδεχτεί μια νέα ζωή σε μιαν Ελλάδα ελεύθερη. Πουλιά και λέλουδα
με έναν ήλιο φωτοδότη μέχρι που αντιγυρίζουν σε έρεβος, εκείνο το βαρύ σύννεφο
που απλώνεται Νοέμβρη καιρό του 1825 πάνω από τη λίμνη, εκείνο που επίκληση
καμία δεν το σκιάζει, εκείνο που μόνο όταν τραφεί ανδρεία, αίμα, φωτιά και χαμό
άδικο, μόνο τότε θα αλαφρώσει και θα χαθεί, να αφήσει πίσω του ανάσα ελεύθερη
σε γη καμένη μα αδούλωτη πια. Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία, θέλει μεγαλείο
ψυχής, θέλει έρωτα αγιάτρευτο. Βαρύ το τίμημά της, άχθος για τους βολεμένους,
τους δειλούς, τους ανυποψίαστους. Κι αν είναι να σώσεις τη ζωή σου, το βιος
σου, το αίμα σου ή την πατρίδα, τι διαλέγεις; Πάθος είναι ο έρωτας. Πάθος και η
απληστία. Θα σε πάνε στον χαλασμό. Πώς να τα συμβιβάσεις; Όταν τα θέλω σου από
σπίθα αρπάζουν φωτιά που δυναμώνει, τι να διαλέξεις; Πώς τιθασεύεις σώμα, ψυχή,
καρδιά; Πώς στέκεσαι στο ύψος των περιστάσεων;
Μεγίστη του λόγου η Ελένη Στασινού, με το νέο της μυθιστόρημα δεν μας δίνει
μόνο πολύτιμες γνώσεις ιστορίας, αλλά και μια συμπυκνωμένη κοινωνιολογική
μελέτη συνάμα με μια κατάδυση στα άδυτα της ψυχής.
Ένα μυθιστόρημα για το ανθρώπινο μεγαλείο αλλά και τη μικρότητα. Για την
ελευθερία και την αρετή, αλλά και για τον φόβο και την ολιγωρία. Για το
αντίτιμο των πράξεών μας.
Η αφήγηση άλλοτε καταιγιστική, χωρίς ανάσα, άλλοτε με γλύκα και γαλήνη, σαν
τη λίμνη που κυριαρχεί στον μύθο της μοιάζει. Ζωοδότρα αλλά και φλεγόμενη
πλανεύτρα.
Ένας συναρπαστικός άθλος που καθηλώνει μέχρι την τελευταία σελίδα.
Η Ελένη Στασινού γνωρίζει πώς να πάρει τον αναγνώστη στο ταξίδι της, να τον
τιθασεύσει σαν τον Κέλητα, εκείνο το ερωτευμένο άλογο του μύθου της, να τον
δέσει μαζί της για πάντα.
Το μυθιστόρημα “Μύχια Πάθη” κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Γκοβόστη.