Σε μια επαρχιακή πόλη της Ελλάδας του εξήντα, το πρώτο σκίρτημα της νέας ζωής θα φέρει ευτυχία και απόγνωση μαζί. Η Αγγελική ξεφεύγει από το δυνάστη πατέρα της κι έρχεται στην Αθήνα με σκοπό να μεταναστεύσει μαζί με τον αγαπημένο της κυνηγώντας μια στάλα ευτυχίας. Η ζωή θα της δείξει το σκληρό της πρόσωπο καθώς η νέα γυναίκα καλείται να παλέψει ολομόναχη για την επιβίωση του αγοριού που έφερε στον κόσμο. Το πείσμα και η αγάπη θα οδηγήσουν τα βήματά της σε όλη της τη ζωή χέρι-χέρι με τις τύψεις. Λόγια που πρέπει να ειπωθούν, λόγια δύσκολα. Δυο παιδικά μάτια που το σκληρό τους βλέμμα δεν αλλάζει ούτε στα χρόνια της εφηβείας, αλλά ούτε και στης ενηλικίωσης. Μια μάνα βασανίζεται από σκέψεις που έφερε κάποτε η απελπισία, από μία κίνηση που έγινε χωρίς τη δική της θέληση.
Η Νικόλ-Άννα Μανιάτη γράφει ένα δυνατό, τρυφερό και συνάμα σκληρό μυθιστόρημα δοσμένο με σεβασμό στον αναγνώστη και αγάπη στον ίδιο τον άνθρωπο. Δεν είναι σελίδες που θα διαβαστούν στο πόδι για να προσφέρουν απλά ευχάριστες στιγμές ανάγνωσης. Η συγγραφέας σκάβει βαθιά στην ψυχή και το μυαλό του ανθρώπου ψηλαφίζοντας τα άδυτα του ασυνείδητου. Και η αλήθεια είναι πως το κάνει με ένα μοναδικό τρόπο.
«Μπορεί άραγε ο χρόνος να γυρίσει πίσω; Μπορεί η αγάπη της μάνας να βρει δικαίωση στην καρδιά του γιου της;» Αυτές οι δύο ερωτήσεις τίθενται στο οπισθόφυλλο του Αόρατου δεσμού και αποτελούν το εφαλτήριο για ενδελεχείς σκέψεις και προβληματισμούς.
Ο χρόνος σίγουρα δεν γυρίζει πίσω, περνάει, προχωράει, παρότι δυσπιστούμε ως προς τη σχετικότητά του. Αναπολούμε συγκρίνοντας το χθες με το σήμερα, μονολογώντας το πολύ γνωστό μας «στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα». Ίσως όμως ποτέ να μην είναι αργά και η ζωή να είναι ένας αμφιταλαντευόμενος ιστός αράχνης που πιάνει και τις καλές και τις κακές στιγμές, ένα πλέγμα που σωρεύει μέσα του την αρετή και την κακία.
Η αγάπη της μάνας είναι κατά την ταπεινή μου άποψη μέγεθος χωρίς σύγκριση και ό,τι ιερότερο. Άπειρα παραδείγματα από την καθημερινότητα έχει ο καθένας να φέρει στο νου του σίγουρα για μια αγάπη που υμνήθηκε από τους ποιητές αλλά και από όλες τις επάλξεις του γραπτού λόγου.
Ο αόρατος δεσμός είναι ένα μυθιστόρημα που –ας μου επιτραπεί και αυτή η έκφραση- φέρει τα δύο πρόσωπα της σελήνης, την τρυφερή ευαισθησία και την σκληρή ψυχράδα των δύο κεντρικών ηρώων του, της Αγγελικής και του Θόδωρου.
Από τη μία είναι ο αγώνας της μάνας, η συνειδητοποίηση της ευθύνης προς τη νέα ζωή που εξαρτάται από αυτήν μέχρι να κάνει βήματα σταθερά και να χαράξει το δικό της δρόμο. Είναι η αγάπη που έδεσε τη δική της ζωή με αυτήν του παιδιού της, μια αγάπη χωρίς όρια ακόμη κι αν είναι χωρίς αντάλλαγμα. Διψάει και πεινάει αυτή η αγάπη για μια λέξη μόνο, μια αγκαλιά κι ένα χάδι, είναι όμως τόσο αυτάρκης που φτάνει η ευημερία, η ευτυχία, η καταξίωση του παιδιού της και μόνο. Δόσιμο χωρίς ανταπόδοση, δόσιμο εκ βαθέων χωρίς περιορισμούς και εκλογικεύσεις.
Κι από την άλλη: «Ήταν λες και ο ομφάλιος λώρος δεν είχε κοπεί ποτέ και συνέδεε την ψυχή της και τα συναισθήματά της με τα δικά του. Λες και στη θέση του είχε αφήσει έναν αόρατο δεσμό, που ένωνε μάνα και γιο και διοχέτευε τις σκέψεις της στη δική του ύπαρξη, επηρεάζοντας τα συναισθήματά του» παραθέτω ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα για να μεταφερθούμε στο δεύτερο και σημαντικότερο θέμα που θίγει η συγγραφέας.
Ομολογώ την άγνοιά μου σχετικά με την αναπτυξιακή ψυχολογία κι ίσως αυτός ήταν ένας ακόμη λόγος που έψαξα πίσω από τις λέξεις, που θαύμασα τον τρόπο της Νικόλ-Άννας Μανιάτη να αποδώσει τον ψυχισμό του Θόδωρου, του μικρού παιδιού που γίνεται άντρας κουβαλώντας το δικό του σταυρό. Το ασυνείδητο όπως σημειώνει η ίδια η συγγραφέας προλογίζοντας το βιβλίο της, αφομοιώνει, λειτουργεί και αντιδρά με έναν ανεξήγητο, απροσδιόριστο και αλλόκοτο τρόπο. Επηρεάζει τον ψυχισμό του ατόμου, καθορίζει αντιδράσεις και συμπεριφορές με τρόπο άλλοτε ήπιο και απαρατήρητο σχεδόν, άλλοτε με βιαιότητα που η ανθρώπινη λογική αδυνατεί να εξηγήσει. Η ένταση της αντίδρασης του καθενός ποικίλλει. Εν προκειμένω ο Θόδωρος βασανίζεται από κάτι που τον έχει στιγματίσει σε όλη του τη ζωή χωρίς να γνωρίζει το πώς και το γιατί, φτάνοντας στο σημείο να θεωρεί εαυτόν ένα τέρας της φύσης και αναρωτώμενος ποια δυσλειτουργικά γονίδια έχουν οδηγήσει σε αυτή την κατάληξη. Θα έρθει η στιγμή που θα πάρει σκληρές αποφάσεις υιοθετώντας το ρόλο του Θεού. Και μετά θα σπρώξει στο ομιχλώδες ασυνείδητο τα πάντα νομίζοντας ότι έχει ξεχάσει. Όταν επιτέλους οι λυτρωτικές εξηγήσεις θα δοθούν, δε φτάνουν κι ο ήρωας θα ανέβει έναν καινούργιο Γολγοθά. Η αγάπη για τη μητέρα του θα μπει στην καρδιά του και τότε θα αναδυθούν οι τύψεις. Ο δρόμος προς τη λύτρωση θα γίνει μακρύς και επίπονος.
Ο Αόρατος δεσμός είναι εφάμιλλος μιας αρχαίας ελληνικής τραγωδίας όπου η ύβρις αναζητεί την κάθαρση. Λίγοι θα τολμούσαν πιστεύω ένα τέτοιο πόνημα. Η Νικόλ-Άννα Μανιάτη το τολμά και το διεκπεραιώνει με σεμνότητα και επιτυχία.