The wedding morning John Bacon |
Με βρήκε ξαφνικό. Περίεργη
έκφραση όταν τη χρησιμοποιούμε για τον θάνατο. Πανταχού παρών και αναμενόμενος,
για τους άλλους βέβαια. Εμείς πάντα εξαιρούμαστε λες και έχουμε υπογράψει
κανένα συμβόλαιο. Το σίγουρο είναι ότι ο πατέρας μου δεν είχε κάνει καμιά ιδιαίτερη
συμφωνία. Ο ίδιος έτσι κι αλλιώς δε θεωρούσε τον εαυτό του ικανό να πετυχαίνει
προσωπικά οφέλη. Παρά ταύτα, οι πελάτες του είχαν αντίθετη άποψη. Η αλήθεια
είναι ότι ο θάνατος χτύπησε την πόρτα του εντελώς αναπάντεχα, ζητώντας τα
δεδουλευμένα. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθώ ορφανή και με την οικογενειακή
επιχείρηση στην πλάτη.
Μικρή, όταν με ρωτούσαν τι
δουλειά έκανε ο πατέρας μου, εγώ ντρεπόμουν να απαντήσω. Προσπαθούσα να
μηχανευτώ εντυπωσιακά επαγγέλματα, μάταια όμως. Στο τέλος, η αλήθεια έλαμπε: Bγάζαμε
τα προς το ζην από τα προξενιά.
Για να βάλω τα πράγματα στη
θέση τους, ο πατέρας μου ήταν σωστός επαγγελματίας. Το γραφείο λειτουργούσε
άψογα, με απόλυτη εχεμύθεια, τάξη και τιμιότητα. Οι πελάτες ήταν πάντα ή σχεδόν
πάντα ευχαριστημένοι. Σε όσους δε μοίραζε κουφέτα, μοίραζε τουλάχιστον
υποσχέσεις για άμεση αποκατάσταση. Κι επειδή ο γάμος αποτελούσε ανέκαθεν κοινό
αγαθό, οι δουλειές πήγαιναν καλά. Μέχρι που η τεχνολογία ήρθε και σάρωσε τα
πάντα. Κι έφερε το Διαδίκτυο και τα δωμάτια επικοινωνίας μαζί της, και μας
ισοπέδωσε. Μας πήρε την μπουκιά από το στόμα κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους
που ο πατέρας μου βιάστηκε να συναντήσει τοn Δημιουργό του.
Έμεινα λοιπόν να κοιτάζω
τους τοίχους του γραφείου λες και περίμενα να μου μιλήσουν. Δεν πήγαινε άλλο, θα
το πούλαγα! Έπεσε η μάνα μου επάνω μου: «Παιδί μου, εμάς δεν μας έκλεισαν οι
πόλεμοι, οι χούντες, το χρηματιστήριο, τώρα θα το βάλουμε κάτω; Θα τρίζουν τα
κόκαλα του πατέρα σου». Ήρθα στο φιλότιμο. Στο κάτω-κάτω, άξιζε μία προσπάθεια.
Το γραφείο ήταν ηλιόλουστο
και συμπαθητικό. Είχε γλάστρες με πρασινάδα, είχε φωτογραφίες γάμων, -προσωπικών
επιτυχιών του γεννήτορά μου-, είχε και την Τασία, τη γραμματέα. Γεροντοκόρη εκ
πεποιθήσεως η ίδια, δεν έβρισκε καθόλου αντίθετο προς την ιδεολογία της το να
εργάζεται σε γραφείο συνοικεσίων. Αντίθετα, παρότρυνε τους υποψηφίους
απαριθμώντας τα πολλά καλά του έγγαμου βίου. Για να εισέλθει κάποιος στα άδυτα
του γραφείου και να τύχει της προσωπικής της εκτίμησης, έπρεπε να συμπληρώσει
ένα ερωτηματολόγιο που θύμιζε κοριτσίστικο λεύκωμα. «Τι εστί έρως, ποιος είναι
ο ιδανικός σύντροφος, αγαπάτε τα παιδιά» και άλλα παρόμοια, αποτελούσαν μέρος
της διαδικασίας στρατολόγησης που εφάρμοζε.
Η Τασία με υποδέχτηκε σαν
τον αναμενόμενο σωτήρα. Έστω και με τις σπουδές υποκριτικής που είχα κάνει,
πίστευε ότι θα αποκαταστούσα τη χαμένη αίγλη της επιχείρησης. Το γραφείο δεν
έπασχε από διπλώματα, από πελάτες έπασχε. Κι όμως, ο κόσμος εξακολουθούσε να
έχει ανάγκη ενός συντρόφου. Ο θεσμός του γάμου δεν είχε ξεφτίσει. Τι να έκανα;
«Να δεις ελληνικές ταινίες»
απάντησε σιβυλλικά η Τασία. «Στις παλιές ταινίες, τα προξενιά δίνουν και
παίρνουν. Κάτι μπορεί να βγάλεις από εκεί» συμπλήρωσε.
Πέρασα δύο μερόνυχτα παρέα
με το βίντεο. Το πρωινό της τρίτης ημέρας με βρήκε με μια σατανική ιδέα στο
μυαλό. Μπορεί να έμοιαζε λίγο απάτη, όταν όμως δεν έχεις από πού να πιαστείς,
όλα τα βλέπεις για σανίδες σωτηρίας.
Η Τασία παραξενεύτηκε όταν
είδε το βαλιτσάκι του μακιγιάζ και τη μεγάλη σακούλα που ξεχείλιζε από
περούκες.
«Πού τα πας όλα αυτά;»
ρώτησε.
«Ακολουθώ τη συμβουλή σου»
της απάντησα εύθυμα.
Πίσω από το τεράστιο γραφείο
από ξύλο κερασιάς -το μόνο σημάδι ματαιοδοξίας του μπαμπά- στρίμωξα το φορτίο
μου. Μετά, βολεύτηκα στην πολυθρόνα και άρχισα να μελετάω τα «αζήτητα», δηλαδή παλιούς
πελάτες που δεν είχαν αποκατασταθεί, καθώς και τις καινούριες αφίξεις. Όλοι
έψαχναν απεγνωσμένα το ταίρι τους. Οι γνωριμίες μέσω γραφείου είχαν ακόμα τους
οπαδούς τους. Τι έφταιγε όμως που τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά; Ο τρόπος
πλασαρίσματος φυσικά! Οι πελάτισσες του γραφείου -αποφάσισα να ασχοληθώ πρώτα
με τις γυναίκες- φυσικά και δεν ήταν τέλειες, ποιος είναι άλλωστε! Εδώ όμως
μιλούσαμε για εμφανή ανάγκη αισθητικού, κινησιολόγου, δάσκαλου ορθοφωνίας και
οποιουδήποτε άλλου ειδικού μπορούσε να σκεφτεί κανείς πάνω στην απελπισία του.
Δεν αδικούσα τους υποψήφιους που εγκατέλειπαν στη δεύτερη συνάντηση!
Από τους φακέλους, διάλεξα
τρεις περιπτώσεις, αυτές που μου έμοιαζαν οι πιο ελπιδοφόρες. Κάλεσα τις κυρίες
στο γραφείο και μιλήσαμε για ώρα. Κατά βάθος ήταν όλες τους καλές, απλά μόνο
λίγο ατυχήσασες. Η κάθε μια είχε ένα πρότυπο, μια γυναίκα-σύμβολο που λάτρευε
και στην οποία ήθελε να μοιάσει. Η Εριέττα, η Ευαγγελία και η Αναστασία, όλες
τους πάλευαν κάτι να θυμίζουν, το αποτέλεσμα όμως αδικούσε κάθε τους προσπάθεια.
Κάναμε μια συμφωνία. Θα
συναντούσα εγώ τους υποψήφιους. Για λίγο, θα έπαιρνα τη θέση τους. Μετά, θα
μετέφερα στις τρεις του το τι είχα αποκομίσει από τη συνάνητης και αυτές θα
αφομοίωναν τις νέες γνώσεις και θα προσπαθούσαν να βελτιωθούν. Σιγά την
κοροϊδία! Απλά θα τους άνοιγα το δρόμο.
Σαν Εριέττα, γνώρισα τον
Αλέξανδρο. Μου φάνηκε ενδιαφέρουσα περίπτωση. Ρομαντικός και περιποιητικός,
ήταν ιδανικός για τη χαμηλοβλεπούσα μελαχρινή, αρκεί αυτή να γινόταν λίγο πιο
εκδηλωτική. Στο τρίτο ραντεβού, είχα φτιάξει το πορτρέτο του Αλέξανδρου με
τόσες λεπτομέρειες που έμοιαζε λες και τον γνώριζα χρόνια!
Σαν Ευαγγελία, γνώρισα τον
Θωμά. Με καστανή περούκα και έντονο μακιγιάζ, ο Θωμάς που δε με είχε γνωρίσει
ποτέ ως ιδιοκτήτρια του γραφείου συνοικεσίων, πίστεψε πως είμαι η υποψήφια και
μου άνοιξε την καρδιά του.
Ο Ανδρόνικος, θεωρώντας πως
η κοκκινομάλλα με τα πράσινα μάτια απέναντί του ήταν η Αναστασία, υπήρξε και ο
πιο εκδηλωτικός από όλους, δεν μπορούσε καν να κρύψει τον ενθουσιασμό του.
Ωραία! Καλά τα είχα
καταφέρει! Ποτέ εξάλλου δεν αμφέβαλα για το υποκριτικό μου ταλέντο. Το πρόβλημα
ήταν τώρα πώς θα παρουσίαζα τις πραγματικές υποψήφιες χωρίς να καταλάβει
κανένας τη διαφορά. Ευτυχώς που στο μισοσκόταδο του ίδιου καφέ όπου είχα δώσει
ραντεβού σε όλους, αυτός που είχα κάθε φορά απέναντί μου, μόνο γενικά
χαρακτηριστικά μπορούσε να διακρίνει.
Επέσπευσα τα ιδιαίτερα
μαθήματα στις κοπέλες. Η αλήθεια ήταν πως και οι τρεις αποδείχτηκαν επιμελείς
μαθήτριες. Σε μια βδομάδα είχαν βελτιώσει τόσο τον τρόπο ομιλίας τους όσο και
την εξωτερική τους εμφάνιση. Τους έμαθα τα μυστικά της υποκριτικής τέχνης,
γιατί μπορεί να ακούγεται λίγο τετριμμένο, αλλά κάθε γυναίκα δείχνει μόνο ένα
κομμάτι του εαυτού της. Τα υπόλοιπα αλλάζουν ανάλογα με το ταλέντο μας.
Η πλάκα είναι ότι μέσα από
αυτά τα ραντεβού πέτυχα διάνα. Τρία στα τρία! Η γιαγιά μου έλεγε πως άμα
οργώσεις το χωράφι, τα άλλα γίνονται από μόνα τους. Αυτή η ανέλπιστη επιτυχία
με έκανε να σκεφτώ καλύτερα το θέμα του γραφείου. Χρειαζόμασταν άλλη οργάνωση,
έπρεπε να εκμοντερνιστούμε. Το πείραμα μού έδωσε μιαν ιδέα. Η πελατεία του
γραφείου ήταν δεδομένη, το ζητούμενο ήταν να την κάνουμε επιθυμητή.
Νοίκιασα και το διπλανό
διαμέρισμα. Το επίπλωσα και το διακόσμησα δίνοντάς του το χαρακτήρα ενός χώρου
χαλάρωσης, με διακριτικό φωτισμό και απαλά χρώματα. Το παλιό γραφείο
μετατράπηκε σε κάτι παραπλήσιο μιας αίθουσας φροντιστηρίου. Εξοπλίστηκε με
στερεοφωνικό και μηχανή προβολής. Εδώ γινόταν η εκπαίδευση των «μαθητών» μας.
Τα πράγματα ήταν απλά.
Έκλεινα το πρώτο ραντεβού με τον ή την υποψήφια και τα λέγαμε φιλικά. Μέσα από
την κουβέντα μας, καταλάβαινα τι ήθελε ο άλλος. Το ζητούμενο πλέον ήταν να
δημιουργήσω το κατάλληλο πρόσωπο. Ούτε απάτες, ούτε τίποτα! Στο γραφείο μας,
βοηθούσαμε δυο ανθρώπους να έρθουν πιο κοντά προσθέτοντας κάποια στοιχεία για
να γίνουν επιθυμητοί. Δεν είναι κακό! Όλοι μας έχουμε ένα απόθεμα δυνατοτήτων.
Γιατί να μείνει αχρησιμοποίητο;
Ακόμη και η Τασία άλλαξε
προσέγγιση σχετικά με το γάμο και ήταν από τις πιο επιμελείς μαθήτριές μου, τόσο που σε λίγους μήνες βρέθηκε παντρεμένη!
Αναστέναξα ανακουφισμένη.
Στο γραφείο από ξύλο κερασιάς απέναντί μου -το μόνο ενθύμιο της παλιάς
επίπλωσης- ο πατέρας μου χαμογελούσε ικανοποιημένος μέσα από την κορνίζα του.
«Όχι!» τον μάλωσα
ανταποδίδοντάς του ένα αυστηρό χαμόγελο. «Μη χαίρεσαι! Εμένα θα περάσει πολύς
καιρός μέχρι να με αποκαταστήσεις!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου