Λίγο πριν ξεσπάσει ο πρώτος
παγκόσμιος πόλεμος, μια ασυνήθιστη επιχείρηση ξεκινάει. Από το Πάπενμπουργκ της
Γερμανίας, το ολοκαίνουργιο ατμόπλοιο Είδωλα
ετοιμάζεται να κάνει το παρθενικό του ταξίδι μέσα σε κιβώτια. Είναι ο μόνος
τρόπος να μεταφερθεί στο λιμάνι Κιγκόμα στη λίμνη Ταγκανίκα, εξυπηρετώντας το
μεγαλεπήβολο σχέδιο του Γερμανού αυτοκράτορα Γουλιέλμου Β. Και οι τρεις άντρες
από το Πάπενμπουργκ θα φτάσουν σε έναν τόπο που τα πάντα μοιάζουν ειδυλλιακά
μέχρις ότου ο πόλεμος γίνει ορατός εχθρός.
Μια λίμνη, μεγάλη σαν θάλασσα.
Την εποφθαλμιούν οι πάντες. Όλοι ζητούν να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στην
Αφρική λες και η ήπειρος ανέκαθεν ή εξ ορισμού ανήκε σε Βρετανούς, Βέλγους ή
Γερμανούς. Εύθραυστες είναι οι συμμαχίες σε καιρό ειρήνης, πολύ περισσότερο
όμως όταν τα τύμπανα του πολέμου θα ηχήσουν καλύπτοντας ακόμη και τις κραυγές
του ζώου, θηράματος και θύτη, μέσα στην αφρικανική νύχτα.
Μια άγνωστη σε εμένα τουλάχιστον,
σελίδα της παγκόσμιας ιστορίας ξεδιπλώνεται ημερολογιακά, για να επιβεβαιώσει
τη ματαιότητα και την ανθρώπινη ματαιοδοξία. Ζητάμε την κυριαρχία όταν αυτό
πάνω στο οποίο την επιδιώκουμε δεν είναι δικό μας. Ξεγελάμε με ασήμαντα δώρα
τους πάντες, είτε αυτά είναι μια χούφτα πρόκες, ένας καλύτερος μισθός ή η αίγλη
και η υστεροφημία.
Κι αυτό που μένει είναι η σήψη κι
ο θάνατος, η απώλεια της ανθρωπιάς, η ισοπέδωση.
Ο Άλεξ Κάπους δημιουργεί ένα
συναρπαστικό μυθιστόρημα όπου όλοι οι ήρωες μοιάζουν να κινούνται σε ένα
απέραντο θέατρο παραλόγου. Μα όμως είναι όλοι τους ήρωες, όχι με την έννοια των
προσώπων που κυριαρχούν και εξελίσσουν την πλοκή, αλλά ως άνθρωποι που δείχνουν
ανωτερότητα μέσα στον όλεθρο και την απαξία. Ακόμη και ο στρυφνός και σκληρός
Φον Τσίμερ ή ο Βρετανός Σπάισερ Σίμσον που όσο γελοίος και πομπώδης είναι τη
μια στιγμή, την άλλη υπερβαίνει τον εαυτό του και τα βγάζει πέρα σε
ανυπέρβλητες δυσκολίες.
Ένα αντιμιλιταριστικό μυθιστόρημα
όπου το τραγικό και το κωμικό εναλλάσσονται, ως οι δύο όψεις του δράματος.
Μα «η λίμνη» (το μόνο ατόπημα
στην ελληνική μετάφραση, αυτή η αλλαγή τίτλου, καθώς ο πρωτότυπος μεταφράζεται
ως «θέμα χρόνου») είναι και ένα τρυφερό μυθιστόρημα, γιατί η δύναμη του
ανθρώπου βρίσκεται ακριβώς μέσα στην ανάγκη του για αγάπη, άσχετα αν τις περισσότερες
φορές ο καθένας αυτό το εξωτερικεύει αδόκιμα.
Την αγάπησα τη λίμνη, ίσως γι’
αυτό την διάβασα απνευστί και μάλιστα δύο φορές μέσα σε διάστημα λίγων μηνών.
Ίσως και να δοκίμασα το μυθιστόρημα, να δω αν θα μου αφήσει τις ίδιες
εντυπώσεις. Και αυτή η δεύτερη ανάγνωση με γέμισε ακόμη πιο βαθιά συναισθήματα,
έκανε τις εικόνες πιο ζωντανές, μα και τα δικά μου συμπεράσματα στέρεα, έχοντας
περάσει από πιο πολύπλοκα μονοπάτια. Ίσως κάπως σαν το ταξίδι του υπερμεγέθους
ατμόπλοιου, κομμάτια μέσα σε εκατοντάδες κιβώτια ώσπου να ανασυντεθούν και να
φτιάξουν το όραμα. Ποιο όμως είναι τελικά αυτό το όραμα; Πόσο εύκολα μπορεί να
αγιοποιήσει κανείς από την πιο ανόητη και άχρηστη μέχρι την πιο βάρβαρη και
χυδαία πράξη κάτω από τη σημαία μιας ευγενούς ιδέας; Μα, απουσιάζουν οι ευγενείς
ιδέες όταν τα μυαλά που τις σκέφτονται δεν είναι ευγενή. Κι ακόμη περισσότερο
όταν υπάρχουν θύματα, ένα ή εκατόμβες δεν έχει σημασία, αφού οι αθώοι είναι
αυτοί που πληρώνουν το μεγαλύτερο τίμημα. Κάπως σαν τον κεντρικό ήρωα, τον
Άντον Ρίτερ που …Σύρθηκε κάτω από τις
ρίζες ενός πεσμένου δέντρου, αφουγκράστηκε τα γαβγίσματα των σκυλιών και τις
φωνές των ανθρώπων, οι οποίοι δεν έδειχναν να πλησιάζουν, και έγλυψε τον χυλό
που είχε πέσει επάνω του, ξέροντας πως αργά ή γρήγορα θα τον ανακάλυπταν. Μετά
τον πήρε ο ύπνος και ξέχασε κατσαρόλα και πιστολιές, σκυλιά και σιδηροτροχιές,
το χωρίς τέλος νερό, όλα όσα είχε βιώσει και υποφέρει, όλα όσα είχε κάνει τα
τέσσερα τελευταία χρόνια.
Το μυθιστόρημα «Η λίμνη»
κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κονιδάρη.