Ένα ειδυλλιακό περιβάλλον που θα
το ζήλευε και ο πιο κακότροπος άνθρωπος. Μυρωδιά Μεσογείου, θάλασσα και νύχτες που
φωτίζει απόκοσμα ο Ίντου. Ζυμαρικά, ψάρια και φρούτα, γλυκόπιοτο κρασί, μουσική
κάτω από το φως των κεριών. Κάπου πίσω και πέρα από όλα αυτά, ένα σώμα αφήνεται
στα παιχνίδια της θάλασσας και της άμμου. Με τη μόνη διαφορά πως δεν υπάρχει
ζωή μέσα του. Αμέριμνοι εξωτερικά, οι ήρωες του μυθιστορήματος συνεχίζουν τη
ζωή τους. Μέχρι την πρώτη μακάβρια ανακάλυψη.
Ο Τζάνι Φαρινέτι περιγράφει ένα
«νησί που καίει» ως τόπο που απέχει έτη φωτός από το Στόμπολι της ομώνυμης
ταινίας του Ροσελίνι. Έχει να κάνει ο μισός αιώνας που μεσολάβησε ή μήπως το
ηφαίστειο έπαψε να ορίζει τις τύχες του νησιού;
Με φόντο τον Ίντου, όπως οι
ντόπιοι αποκαλούν χαϊδευτικά το ηφαίστειό τους, η ψυχολογία των ηρώων αλλάζει
σαν τη στήλη του καπνού που υψώνεται πάνω από το νησί. Μόνο που οι προθέσεις
του ηφαιστείου είναι γνωστές από αιώνες. Όλοι ξέρουν τι περιμένουν, γνωρίζουν
τους κινδύνους του και πώς μπορούν να συνυπάρξουν άνθρωποι και λάβα
αγκιστρωμένοι πεισματικά στη γύμνια του τοπίου. Τα προβλήματα πηγάζουν από τις
διαπροσωπικές τους επαφές ή ακόμη και από τη θέση που έχουν στην κοινωνία. Οι
τίτλοι και ο πλούτος δημιουργούν εμμονές και αντιπάθειες, όλοι είναι εν δυνάμει
παραβάτες, ακόμη και οι δύο ανεκδιήγητες φιλοξενούμενες της Φρίντα και της Λίβια.
Ο Φαρινέτι μάς μεταφέρει σε ένα κοσμοπολίτικο
περιβάλλον που θυμίζει Κάνες ή Κάπρι. Στο νησί Στρόμπολι άνθρωποι και ηφαίστειο
βρίσκονται σε αλληλεξάρτηση. Πέρα από τους ντόπιους υπάρχουν και οι ξένοι είτε
από άλλα μέρη της Ιταλίας είτε από άλλες χώρες. Έχουν βρεθεί σε πρόσκαιρες ή
μόνιμες διακοπές, κουβαλώντας ιδιοτροπίες, ιδιορρυθμίες και πάθη που μέχρι
πρότινος εξουσίαζαν. Συνωμότες ορισμένοι, δημαγωγοί και φανφαρόνοι κάποιοι κι
ανάμεσά τους, αυτοί που ψάχνουν την πραγματική τους ταυτότητα. Αυτό είναι που
κρύβει και ο τίτλος του μυθιστορήματος. Το νησί
που καίει είναι ο κάθε άνθρωπος που τα συσσωρευμένα θέλω και πρέπει του συγκρούονται
αέναα μεταξύ τους δημιουργώντας μικρές ή μεγαλύτερες εκρήξεις.
Πασπαλισμένος με διάθεση
σαρκασμού και λεπτής ειρωνείας, ο χειμαρρώδης συγγραφικός λόγος αναλύει σε
βάθος τους χαρακτήρες για να δείξει πως πέρα από την απλότητα, την αίγλη ή τη
βαρύγδουπη καταγωγή δεν παύουν να είναι απλά άνθρωποι με όσες αδυναμίες
συνεπάγεται αυτό. Οι ήρωές του μοιάζουν με ανάγλυφα διάσπαρτα στο νησί που
περιμένουν την εκτόνωση στραμμένοι προς το ηφαίστειο. Νοσταλγικοί, σκωπτικοί,
φαινομενικά αδιάφοροι, εκρηκτικοί, εμμονικοί, παράφοροι, όλοι έχουν έναν λόγο
να απαλλαγούν από τον παραγωγό ταινιών που βρίσκεται νεκρός μέσα σε μία βάρκα.
Το θέμα δεν είναι ποιος το έκανε, αλλά το ότι ο καθένας μπορούσε να το κάνει. Η
διαφορά είναι πως κάποιος πέρασε τη λεπτή γραμμή προστασίας που χωρίζει τη
σκέψη από την πράξη.
«Το νησί που καίει» ξεκινάει σαν
μια ηλιόλουστη ημέρα για να περάσει στην καταιγίδα και τη θύελλα με τον
μοναδικό τρόπο του Τζάνι Φαρινέτι.
Αναζητείστε το μυθιστόρημα (είναι
παλιά κυκλοφορία (2000) των εκδόσεων Καστανιώτη). Θα σας χαρίσει μια
απολαυστική, ανατρεπτική ανάγνωση.
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου:
Ένα νησί, ένα ενεργό
ηφαίστειο καταμεσής του πελάγους. Η ζεστή αυγουστιάτικη μαύρη άμμος, που κρύβει
ένα πτώμα. Μια παρέα φίλων που αγαπιούνται ή μισιούνται, αλλά κυρίως
αλληλοεξοντώνονται. Μια έξοχη αστυνομική ιστορία με αίσθηση του χιούμορ, όπου
τα ανατρεπτικά στοιχεία διαδέχονται το ένα το άλλο με καταιγιστικούς ρυθμούς,
κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι την τελευταία σελίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου