Κυριακή 18 Μαΐου 2014

Ισμήνη Μπάρακλη: Λικέρ τριαντάφυλλο

Αρχές εικοστού αιώνα, Ναύπλιο. Άλλες εποχές, χρόνια δύσκολα. Η θέση της γυναίκας ταπεινή μονάδα, εξαρτημένη από τον αφέντη άντρα του σπιτιού. Γάμοι που θα φέρουν στον κόσμο το αρσενικό, να συνεχίσει το όνομα, να γίνει ένα ακόμη κυρίαρχο, μην ταραχτούν τα δεδομένα, είναι και η κοινωνία που το στόμα της δεν μετράει πυθμένα όταν πρόκειται να κρίνει και να κατακρίνει.

Ανάπλι κι ο Αντώνης, δάσκαλος ανάλγητος, υπερφίαλος, απόμακρος, μεταφέρει τις μεθόδους διαπαιδαγώγησης στο ίδιο του το σπίτι. Στερήθηκε την αγάπη και κλείστηκε στον εαυτό του από μικρός. Περίγελος μιας σκληρής κοινωνίας, θωρακίστηκε στο μίσος και τη δίψα για εκδίκηση, έφτιαξε το δικό του μικρό μεγαλείο και δεν του περίσσεψε ίχνος στοργής να δώσει στη γυναίκα του Βασιλική και την πρωτότοκη κόρη του, την Ασημίνα.
Κι όταν η Βασιλική φεύγει άδικα και πρόωρα από τη ζωή, η Ασημίνα γίνεται μικρομάνα, ανασταίνοντας τα τρία αδέρφια της, ψάχνοντας μάταια την αγάπη στα μάτια του πατέρα της. Μα ούτε αυτό το λικέρ τριαντάφυλλο κι η ευωδιά από τα σοροπιασμένα μαγιάτικα εκατόφυλλα είναι ικανά να διαπεράσουν την καρδιά του Αντώνη. Κι ας γεμίζουν οι θεοσκότεινες κάμαρες γλύκα κι οσμή λιγωτική. Του το χρωστάει η Ασημίνα να είναι υπηρέτριά του, ένα ακόμη έπιπλο στο σπίτι, τίποτα παραπάνω. Κι αφού αυτός δεν έχει καρδιά, ούτε κι η κόρη του θα δώσει τη δική της. Ο έρωτάς της με τον Παναή απαράδεκτος, ανύπαρκτος για τον πατέρα που σπεύδει να την παντρέψει στην Αθήνα. Μα αυτή του η απόφαση είναι που θα διαλύσει ό,τι αυτός έχει στήσει.
Μέσα από μια δυνατή γραφή, η συγγραφέας Ισμήνη Μπάρακλη ξεδιπλώνει το δράμα μιας οικογένειας και παράλληλα αυτό μιας χώρας που μέσα σε ελάχιστα χρόνια γνωρίζει δυο πολέμους. Οι χαρακτήρες που δημιουργεί αναδύονται ολοζώντανοι από τις σελίδες, υψώνονται πάνω από τις λέξεις, ξεδιπλώνουν τα πάθη τους μπροστά στα μάτια του αναγνώστη που αχόρταγα διαβάζει. Γιατί πραγματικά, αυτό το μυθιστόρημα δεν σε αφήνει να το αφήσεις. Μεστός λόγος, μετρημένος, μοιάζει με τα κεντίδια που τα λευκά γυναικεία χέρια δημιουργούν. Γραφή γεμάτη αγάπη για τον άνθρωπο, από μια συγγραφέα που δεν παραθέτει απλά γεγονότα και καταστάσεις, αλλά την ανάγκη να κατανοήσει πρώτα αυτή και μετά ο αναγνώστης τα πώς και τα γιατί του κόσμου μας. Γραφή ιδιαίτερη όπου η εναλλαγή του ενεστώτα με τον αόριστο, δίνει ακόμη μεγαλύτερη ένταση στο κείμενο. Κι οι λέξεις φτιάχνουν πίνακες ζωγραφικής, που γεμίζουν μια μεγάλων διαστάσεων πινακοθήκη. Κι οι πίνακες, θαυμαστοί, ποτισμένοι με χρώμα ανεξίτηλο. Πόσες εικόνες! Τις φέρνω μπροστά στα μάτια μου, τη μία μετά την άλλη, όπως αυτή των αλόγων του αγγλικού ιππικού που αφήνουν πίσω τους τα συντρίμμια των βομβαρδισμένων πλοίων και κολυμπούν προς την ελευθερία τους. Όπως αυτή του γερασμένου πατέρα που πηγαινοέρχεται νευρικά πάνω κάτω στη σάλα μουρμουρίζοντας έναν σκοπό και σηκώνοντας τα χέρια σαν τον μαέστρο, εξωτερικεύοντας έτσι με αυτόν τον ιδιόρρυθμο τρόπο τη χαρά του για το γιο που γύρισε από τον πόλεμο. Όπως αυτή του Άγγλου αιχμαλώτου που με ικετευτικό βλέμμα περνάει μέσα από τα κάγκελα το γράμμα για την οικογένειά του, με δυο λέξεις «Λέτερ, φάμιλι». Όπως αυτή της Λέλας που ζωντανή νεκρή φτάνει στην πόρτα της Ασημίνας.
Ολοζώντανοι οι ήρωες φέρνουν μαζί τους το Ναύπλιο του χθες, σαν μια μεγάλη θεατρική σκηνή που ανοίγει μπροστά μας, δεν μας αφήνει όμως απλούς θεατές, αλλά μας κάνει να σηκωθούμε από τα καθίσματα και να μπούμε στο σκηνικό. Ανέβηκα τη δρομόσκαλα, πήγα μέχρι τη σχισμή του βράχου, μάρτυρα ενός έρωτα γεμάτου αλήθεια. Κοίταξα κάτω τη θάλασσα, τα χρώματα του ουρανού, άπλωσα το χέρι στις φραγκοσυκιές. Με όλες τις αισθήσεις σε εγρήγορση, βίωσα τους ήρωες. Μα περισσότερο ένιωσα εκείνο το συγκλονιστικό «μη με αφήσεις να γεράσω μόνη μου». Πόσο σπαραγμό αλλά και πόση αλήθεια κρύβει αυτή η φράση. Κι αν τη λέει η Ασημίνα, είναι κι εκείνος ο ανάλγητος πατέρας που το ίδιο θέλει, αλλά ο χαρακτήρας του δεν του επιτρέπει να το ομολογήσει. Να μη γεράσουμε μόνοι, από εγωισμό, από αγάπη, ο καθένας για τους δικούς του λόγους. Να μη γεράσουμε μόνοι, γιατί κάποιοι, όπως η κεντρική ηρωίδα ζουν για να μοιράζουν και να μοιράζονται, να πλάθουν όνειρα σαν τα ροδοπέταλα που παιχνιδίζουν στον αέρα.
Γεμάτο συγκλονιστικές σκηνές, στηριγμένο στα αρχεία της εποχής, το «Λικέρ τριαντάφυλλο» θα σας παρασύρει με το μεθυστικό του άρωμα.

Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μίνωας. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημήτρης Νίκου: Οδοιπόρος

  Σαν άλλος Άτλαντας σηκώνεις το βάρος του κόσμου στους ώμους σου. Η δική σου ύβρις είναι μία ακόμα αποστασία. Είσαι ένας από εμάς, όχι όμως...