Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

Ένας φουτουριστής στο φύλακα στο φάρο

Η ιδεολογία του φουτουρισμού ήταν αυτή που έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα στον αγώνα της δικής μου μυθοπλασίας.

Ένας φουτουριστής ζωγράφος που ακούει στο όνομα Τζάκομπο Αλφιέρι είναι η πηγή των δεινών της Ελένα καθώς αυτή προσπαθεί να ανακαλύψει τι απέγινε ο σφραγιδόλιθος που ο δόγης της Γένουας είχε δωρίσει σε έναν μακρινό πρόγονο του καλλιτέχνη. Τα ταξίδια του Αλφιέρι στην Ήπειρο και οι τρεις πίνακες που αποτελούν τον καρπό τους είναι τα μόνα στοιχεία που διαθέτει. Η ευρηματικότητα όμως και το θράσος της δεν υποκύπτουν σε στεγανά ούτε αρκούνται στα δεδομένα. Πολύ σύντομα η έρευνά της θα τη φέρει μπροστά στο πιο αντιπροσωπευτικό έργο του ζωγράφου, ένα πίνακα εμπνευσμένο από τις ιδέες και επιταγές του φουτουρισμού.

Ένα πολύπλοκο σύστημα αποτελούμενο από αλυσίδες, τροχαλίες και γάντζους απεικονιζόταν με την παραμικρή λεπτομέρεια. Στο βάθος διακρίνονταν ράγες ίδιες με αυτές που είχαν απομείνει στις αλυκές. Με κάποια δυσκολία αντιλήφθηκε ότι αυτό το μέχρι πρότινος ακαθόριστο λόγω της σκίασης σχήμα δεν ήταν άλλο από ένα βαγονέτο όπως αυτά που σκούριαζαν εγκαταλειμμένα στο βούρκο των αλυκών. Ένα γυναικείο πρόσωπο έμοιαζε να αιωρείται ακριβώς από πάνω. Φαινόταν μόνο η αριστερή του μεριά, καθώς η δεξιά ήταν καλυμμένη από κρίνους της θάλασσας. Δίπλα έστεκε μια μικροσκοπική φιγούρα χωρίς χαρακτηριστικά. Ο φύλακας στο φάρο, σελίδα 51.

Η Νέμεσις του Τζάκομπο Αλφιέρι, σε όλο το ζοφερό της μεγαλείο, αιχμαλώτισε ολοκληρωτικά την προσοχή της Ελένα. Ο πίνακας ήταν μεσαίων διαστάσεων και ο ζωγράφος είχε χρησιμοποιήσει άφθονη ποσότητα βερμίλιον προς το κέντρο, όχι για να απαλύνει τις εντυπώσεις, αλλά για να κάνει πιο έντονη τη θεματική αντίθεση. Η Ελένα είχε τη δυνατότητα να παρατηρήσει και την παραμικρή λεπτομέρεια εκ του φυσικού. Και πράγματι υπήρχαν κάποια στοιχεία που της είχαν διαφύγει στον υπολογιστή. Το ένα ήταν το οικόσημο του Αλφιέρι, το οποίο απεικονιζόταν αχνά πάνω στο βαγονέτο. Το άλλο ήταν ένα αντρικό χέρι που πρόβαλλε από το σκοτάδι της δεξιάς μεριάς του πίνακα. Ο φύλακας στο φάρο, σελίδες 71-72.

Τετάρτη 27 Απριλίου 2011

Φουτουρισμός: το κίνημα ενός αβέβαιου μέλλοντος

Στις αρχές του εικοστού αιώνα, ο Ιταλός Τομάζο Μαρινέττι εισάγει καινά δαιμόνια στο χώρο του πνεύματος και της τέχνης. Η λέξη futuro που στη μητρική γλώσσα του ιδρυτή του κινήματος σημαίνει το μέλλον αποδρά από τα στεγανά της και γίνεται το εφαλτήριο νέων ιδεών που δημιουργούν αίσθηση.

Ο φουτουρισμός λατρεύει τη νέα τεχνολογία και την ταχύτητα, υμνεί τις μηχανές και την τεχνοκρατία. Ο αντίποδας του ρομαντισμού χαιρετά το νέο αιώνα με την εξύψωση της πρακτικότητας χάριν μιας νέας αισθητικής. Εναντιώνεται στην παράδοση, αποδεσμεύεται από τα ηνία του παρελθόντος, γοητεύεται από τα μοντέρνα επιτεύγματα και οραματίζεται το νέο άνθρωπο.

Μοιραία αυτές οι ιδέες αγγίζουν και το χώρο της πολιτικής. Το ιταλικό φασιστικό κίνημα ενστερνίζεται αρκετές από τις αρχές του.

Βασικά σημεία της διακήρυξης του Μαρινέττι και των οπαδών του:

Εξυμνούν τον κίνδυνο, το θάρρος και το θράσος.

Αλλάζει η αισθητική καθώς για τους φουτουριστές ένα αγωνιστικό αυτοκίνητο για παράδειγμα θεωρείται πιο ωραίο από τη νίκη της Σαμοθράκης.

Η τέχνη πρέπει να έχει επιθετικό χαρακτήρα.

Η Ιταλία πρέπει να απαλλαγεί από τη γάγγραινα των καθηγητών και των αρχαιολόγων.

Τα μουσεία πρέπει και αυτά να καταργηθούν.

Η χώρα οφείλει να ξεφύγει από τη στασιμότητα της παρελθοντολογίας.

Στο χώρο της ζωγραφικής, οι πίνακες των οπαδών του απεικονίζουν τη νέα τεχνοτροπία όπου μηχανικά και οργανικά μέλη δημιουργούν ένα σύνολο και το κέντρο βάρους δίνεται στη συνέχεια της κίνησης. Τα εκτυφλωτικά χρώματα κυριαρχούν όπως και η κατάτμηση και ανασύνθεση της πραγματικότητας. Η μοντέρνα θεματολογία σε συνδυασμό με την περιδίνηση της απεικόνισης αποδίδει την ουσία της ιδεολογίας, τη μέθη του νεωτερισμού.

Στο χώρο της μουσικής εισάγεται ο φυσικός θόρυβος που έρχεται να υπερκεράσει αυτόν που παράγουν τα γνωστά μουσικά όργανα.

Ακόμη και στο χώρο της διατροφής επεμβαίνουν οι φουτουριστές εφόσον κατά τις διακηρύξεις τους ο άνθρωπος σκέφτεται, ονειρεύεται και δρα κατά τον τρόπο που τρώει και πίνει. Εξορίζουν τα ζυμαρικά από την εγχώρια κουζίνα, καθώς θεωρούν ότι η κατανάλωσή τους δημιουργεί απαισιοδοξία, νοσταλγική αδράνεια και ατονία. Αυτό το τελευταίο εξάλλου είχε σκοπό να απαλλάξει την Ιταλία από την εισαγωγή σιτηρών και θα ενίσχυε την εσωτερική βιομηχανία ρυζιού. Επιδιώκουν την κατάργηση μαχαιριού και πιρουνιού, πειραματίζονται με νέες γεύσεις που οξύνουν τις αισθήσεις, ενώ οι γαστρονομικές δημιουργίες παρέχουν κατ’ αρχήν αισθητική απόλαυση.

Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

Το παρελθόν χτυπάει την πόρτα


Μέσα Μαρτίου 1985, στο φάρο
Χοντρές σταγόνες ιδρώτα ταλάνιζαν την πλάτη του, μουσκεύοντας το τραχύ πουκάμισο. Η όψη του άντρα έμοιαζε με την αγριεμένη θάλασσα που κάθε άλλο παρά άνοιξη προμήνυε. Μήπως κι αυτός είχε τίποτα καλό να περιμένει; Πίσω του η φωνή πιο δυνατή από τον άνεμο τον πρόσταζε και τον νανούριζε συνάμα: «Κάνε το! Τι διστάζεις; Είσαι ή δεν είσαι άντρας;».
Όμως εκείνος δεν γνώριζε πια τι ήταν. Ένα πληγωμένο αγρίμι λυσσομανούσε να ελευθερωθεί από μέσα του με νύχια και με δόντια.
Δεν τον βοηθούσε η φωνή! Αντίθετα τον έσπρωχνε σε κάτι σκοτεινό κι απύθμενο, άπατο σαν τη θάλασσα, σαν την ψυχή του. Δεν υπήρχε επιστροφή. Τα χέρια τον αγκάλιαζαν όμοια με παγίδες.
Έκλεισε τα μάτια κι άκουσε το όπλο που εκπυρσοκρότησε μια, δυο, τρεις φορές. Το σώμα του τρανταζόταν από βίαιους σπασμούς, λες και οι σφαίρες χτύπαγαν τον ίδιο. Άνοιξε τα μάτια φοβισμένος, ανίκανος να εστιάσει κάπου, ώσπου μια ανώτερη δύναμη λες και τράβηξε το βλέμμα του μέχρι το άψυχο κορμί πάνω στο βραχότοπο. Κι όμως, έμοιαζε σαν να είχε μόλις ξαπλώσει δίπλα στα ανοιξιάτικα λουλούδια που στόλιζαν το μονοπάτι… Ο Πέτρος δεν υπήρχε πια. Ο φίλος του ο Πέτρος! Όχι! Πώς να έχει για φίλο κάποιον που τον είχε προδώσει έτσι;
Το οινόπνευμα που έρεε στο σώμα του του έφερνε νάρκη. Ας έβρισκε ένα λαγούμι να τρυπώσει, να μην τον ακούει, να μην τον βλέπει κανείς! Τα λόγια στα αυτιά του είχαν πάψει. Έστρεψε αργά το κεφάλι προς το φάρο. Ψυχή! Πέταξε το όπλο μακριά σαν να ήταν ένα σιχαμερό ερπετό.
Ο φάρος… ο φάρος του! Δεν υπήρχε άλλη ζωή ούτε γι’ αυτόν ούτε για το φάρο. Δεν υπήρχε ζωή ούτε χωρίς εκείνη. Τον είχαν προδώσει όλοι τους! Έπεσε στα γόνατα κι έσκυψε μέχρι που ακούμπησε το χώμα σαν να ήθελε να κάνει ένα τελευταίο προσκύνημα σε τούτη τη γη.
Σφάλισε τα μάτια και μια μόνο εικόνα πέρασε πίσω από τα κλειστά του βλέφαρα. Μια τρυφερή παιδική παλάμη που έψαχνε να χωθεί στη δική του. Του ήρθε λιγοθυμιά.
Έγειρε στο πλάι κι άδειασε από μέσα του ξύδι και χολή. Κι ήταν σαν να έβγαινε μαζί και η τελευταία του πνοή.
Απόσπασμα από το μυθιστόρημά μου «ο φύλακας στο φάρο», εκδόσεις Μίνωας.

Κυριακή 10 Απριλίου 2011

Η μοναξιά του φαροφύλακα

Αν σήμερα φέρνει στο νου μόνο μακρινές θύμησες ή νοσταλγία, κάποτε ο φαροφύλακας ήταν ο άρχοντας του φάρου, αφέντης αλλά και υποτακτικός μαζί.

Πριν τον εκσυγχρονισμό του φαρικού μας συστήματος, το επάγγελμα του φαροφύλακα ήταν γεμάτο δυσκολίες, κακουχίες, βάσανα. Απομακρυσμένος από τη φιλική στεριά, περνώντας κακοτράχαλα μονοπάτια, διασχίζοντας επικίνδυνα θαλάσσια στενά, ο φαροφύλακας μόνος ή σε βάρδιες φρόντιζε τη σωστή λειτουργία του φάρου. Η θάλασσα την οποία είχε κληθεί να φωτίζει, δε χαριζόταν ούτε σε αυτόν. Πολλές φορές οι προμήθειες ήταν ελάχιστες, τα βασικά έλειπαν και τα δύσκολα περάσματα έκαναν τον φαροφύλακα μια μοναχική φιγούρα που βασίλευε στο φάρο.

Αγαπούσαν τη θάλασσα αυτοί οι άνθρωποι, ξενυχτούσαν με την έγνοια του ναυτικού, της προειδοποίησης για ρεύματα και υφάλους. Παρηγοριά τους το καθήκον τους. Να δείξουν το δρόμο, να φέξουν, να δώσουν το στίγμα της ελπίδας στο πλοίο.

Από τη μοναχική φιγούρα του φαροφύλακα εμπνεύστηκαν ποιητές, σεναριογράφοι, σκηνοθέτες. Αξίζει να αναφέρω ένα πολύ γνωστό ποίημα του Πρεβέρ που μιλάει για ένα φαροφύλακα που αγαπούσε πολύ τα πουλιά. Ο φαροφύλακας του ποιητή βλέπει τα πουλιά να τσακίζονται τυφλωμένα από το φως του φάρου του και παίρνει την απόφαση να μην τον ανάψει. Τότε ένα καράβι θα ναυαγήσει και το φορτίο του που είναι χιλιάδες πουλιά θα χαθεί στα βάθη της θάλασσας.

Ο δικός μου φαροφύλακας είναι ένας απλός άνθρωπος που έχει την τύχη να ζει στο φαρόσπιτο με την οικογένειά του. Τις ώρες που ο φάρος δεν απαιτεί την προσοχή του ψαρεύει ή κατασκευάζει και παίζει ζουρνάδες. Δε χρειάζεται τίποτα παραπάνω, αγαπάει τη θάλασσα, είναι ο φύλακας στο φάρο. Όπως όμως και εκείνος του ποιήματος του Πρεβέρ, βλέπει κοντόφθαλμα. Ζει για το φάρο του κι εποπτεύει τη θάλασσα, γυρίζοντας την πλάτη στη στεριά, αγνοώντας τα σημάδια της. Κι αυτό θα είναι η αρχή του τέλους του.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

Φάρος, ένα σύμβολο

Συνυφασμένος με τη ναυτική μας παράδοση, ο φάρος υπήρξε σημείο αναφοράς, ελπίδας, παρηγοριάς, μια στοργική αγκαλιά, ένα φως μέσα στο αδιαπέραστο σκοτάδι θάλασσας και ουρανού.

Η μεγάλης έκτασης ακτογραμμή της Ελλάδας και τα νησιωτικά της συμπλέγματα οδήγησαν στην υλοποίηση μιας πιο σίγουρης κατασκευής που θα καθοδηγούσε τους ναυτικούς στα πελάγη της.

Εικάζεται ότι το πρώτο φως στην ελεύθερη Ελλάδα άναψε το 1827 στην Αίγινα επί κυβερνήσεως Καποδίστρια αν και δεν επρόκειτο για φάρο αλλά για φανό. Πάντως μέχρι το τέλος του δέκατου ένατου αιώνα το φαρικό δίκτυο της χώρας είναι εντυπωσιακό. Γαλλικές και αγγλικές εταιρείες δημιουργούν νέες «εστίες καθοδήγησης» με συγκεκριμένη αρχιτεκτονική. Πολλοί φάροι σήμερα έχουν χαρακτηριστεί ως στοιχεία της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, αρκετοί έχουν ανακαινιστεί, κάποιοι έχουν γίνει μουσεία.

Το πέρασμα του χρόνου στιγμάτισε και τον τρόπο λειτουργίας του φάρου.

Ο φάρος της Αλεξάνδρειας ο οποίος είχε χαρακτηριστεί και ως ένα από τα επτά θαύματα, χτισμένος πάνω στο νησί Φάρος ήταν ένα εντυπωσιακό οικοδόμημα που για να συντηρηθεί η φλόγα του χρειαζόταν πληθώρα καύσιμης ύλης.

Από τα καυσόξυλα του μακρινού χθες, τα κάρβουνα και τα αντίστοιχά τους περάσαμε στην ασετιλίνη και το πετρέλαιο, τότε που η λειτουργία του φάρου στηριζόταν στο κούρδισμα. Από το 1980 και μετά η τεχνολογία ανοίγει μία νέα εποχή. Οι φάροι αυτοματοποιούνται είτε ηλεκτρικά είτε με ηλιακή ενέργεια.

Και οι φαροφύλακες, αφέντες και υποτακτικοί συνάμα, μοιάζουν να περνάνε κι αυτοί στις σελίδες της ιστορίας.

Κυριακή 3 Απριλίου 2011

Χρήστος Ναούμ: Γιαρντίμ


Τέλη 19ου -αρχές 20ου αιώνα, Ιωνία

Το βιβλίο της ιστορίας γράφεται αδιάκοπα. Πανσπερμία λαών, συγχρωτισμός πολιτισμών, ένα κράμα γλωσσικών ιδιωμάτων. Ειρηνική συνύπαρξη ανθρώπων που πιστεύουν ότι υπάρχει γη για όλους κι έτσι θα είναι πάντα, ανθρώπων ανυποψίαστων για τη μοίρα τους. Η λέξη κισμέτ απαντιέται μόνο στις ζοφερές διηγήσεις και κατάρες της γριάς Χουσνού.

Μια ελληνική οικογένεια ανθεί κι αναδιπλώνεται με τα πάθη, τους έρωτες, την απλή καθημερινότητά της, τις αντιλήψεις, προλήψεις, προκαταλήψεις της.

Σμόκιν, κομψές τουαλέτες, το Σπόρτιγκ Κλαμπ, δεξιώσεις, φωταγωγημένα θέατρα, σιροπιαστός αχνός στου Κραίμερ, ξένοιαστες εκδρομές στη Μυρακτή, αφθονία. Και ο αντίποδας, η ρυπαρότητα του τούρκικου μαχαλά, η δεισιδαιμονία, η διαφορετικότητα, η φτώχεια και η πρώτη σπορά του μίσους. Οι άνεμοι της διχόνοιας φέρνουν τον ήχο από τις σάλπιγγες του πολέμου.

Το κρυφό όνειρο του ελληνισμού για μια πατρίδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών γεμίζει αισιοδοξία και πατριωτισμό τη γαλανόλευκη Σμύρνη μέχρι να πάρει τη θέση της η απογοήτευση και ο φόβος. Ο χθεσινός νικητής θα γίνει ο αυριανός ηττημένος, οι άνθρωποι δε γνωρίζουν πως είναι απλοί στρατιώτες σε μία σκακιέρα, αλλά και όταν το αντιληφθούν, δε θα πάρουν απάντηση για το ποιος κινεί τα πιόνια.

Η κόλαση της φωτιάς κατατρώει ζωές και περιουσίες, φουντώνει το μίσος, σβήνει τις ελπίδες.

Ξεριζωμός και οικογένειες τραβούν στο άγνωστο με αποσκευές μια φωτογραφία, μια ρίζα γιασεμί και τον πόνο της χαμένης πατρίδας.

Πικρές σελίδες ιστορίας, Αμελέ Ταμπουρού (τάγματα εργασίας), νεότουρκοι, εθνοκάθαρση, ο λόγος της Χαλιντέ Εντίπ, φανατισμός, ακρότητες, Μικρασιατική εκστρατεία, ύπατος αρμοστής Στεργιάδης, μητροπολίτης Χρυσόστομος, πυρπόληση, ξεριζωμός.

Και κάπου εκεί, η νέα εγκατάσταση στην Παλιά Ελλάδα, ο δύσκολος αγώνας για επιβίωση, οι πονεμένες μνήμες που έμειναν πολύτιμα φυλαχτά.

Εικόνες ζωής που για άλλους είναι μια «μπουκουνιά μπακλαβάς», για άλλους η ελεύθερη ψυχή μιας πεταλούδας. Ο συμβιβασμός κι η αποδοχή, ο απλός αγώνας για επιβίωση, ο ξεριζωμός και … «πάμε πάλι από την αρχή».

Πυκνός σε συναίσθημα λόγος, πληθώρα θρύλων και εθίμων που προάγουν την αυθεντικότητα: Ο Μεχμέτ αγάς ο Λαγός και η αντιπαράθεση με τα κυπαρίσσια, ο μαρμαρωμένος βασιλιάς, ο αϊ Βούκλας. Οι λουκουμάδες στο τρίστρατο για τις καλές κυράδες, η ιεροτελεστία του χαμάμ, τα έθιμα του γάμου, η Μαριγώ που ρουφάει τον πόνο, γητέματα, η εμπέ για τα γεννητούρια, οι πραματευτάδες.

Πολύ ενδιαφέρουσα και κατατοπιστική η βιβλιογραφία που ο συγγραφέας έχει παραθέσει στο τέλος του βιβλίου, αισθητική μαγεία το ποίημά του «κόκκινο» από την ανέκδοτη συλλογή του ύφαλα νερά, σαν πρόλογος στο μυθιστόρημα.

Γιαρντίμ: ένα επίπονο οδοιπορικό μνήμης και συναισθήματος.

Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Η απαγωγή



Οι ληστές καταφεύγουν σε διάφορες μεθόδους για να διεκδικήσουν, να εκφοβίσουν, να συνετίσουν. Στο μυθιστόρημά μου «ο φύλακας στο φάρο» ο ληστής Γιάννης Σπέθουλας καταφεύγει στην απαγωγή.
«Μην κουνηθεί κανείς, αν αγαπάτε τη ζωή σας!»
Πού να τολμήσουν να παρακούσουν; Εξάλλου, οι πιο πολλοί ήταν γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι. Ο Γεώργιος έστρεψε το βλέμμα του, νιώθοντας ένα παράξενο μείγμα από περιέργεια, θαυμασμό και τρόμο, σε αυτόν που έμοιαζε να είναι ο αρχηγός. Παρά τη σκόνη που είχε κάτσει βαριά επάνω του, το ανάστημά του έμοιαζε με γίγαντα, τα μακριά του μαλλιά που έφταναν κάτω από τους ώμους, είχαν το στιλπνό χρώμα του ώριμου κάστανου, ενώ τα ρούχα του ήταν σαν γιορτινή φορεσιά, τόσο ασήμι είχαν επάνω τους. Κι αν η πολύπαθη χώρα είχε ησυχάσει από τους ληστές πέντε χρόνια πριν, να που ο Σπέθουλας είχε αποφασίσει να ξαναζήσει άλλες εποχές. …
«Και να μηνύσετε στον Μανωλά πως για να πάρει πίσω το παιδί του πρέπει να κάνει ακριβώς ό,τι γράφει εδώ μέσα». Ο αρχιληστής παρέδωσε στους έκπληκτους παραθεριστές το διπλωμένο γράμμα, στολισμένο με τη βούλα του, λες και χρειαζόταν αυτή η τελευταία για να επιβεβαιώσει το τρομερό γεγονός.

Δημήτρης Νίκου: Οδοιπόρος

  Σαν άλλος Άτλαντας σηκώνεις το βάρος του κόσμου στους ώμους σου. Η δική σου ύβρις είναι μία ακόμα αποστασία. Είσαι ένας από εμάς, όχι όμως...